Η ταινία, όσο και αν λυπάμαι που το λέω, δεν πλησιάζει καν το πόσο καλή θα μπορούσε να είναι. Διαθέτει θετικά στοιχειά αλλά στο σύνολό της είναι μια δειλή, αδέξια ταινία που το πιο σημαντικό της πρόβλημα είναι ότι αποφεύγει να δώσει κάποια μορφή επίλυσης στο πρόβλημα.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το «Bully» εξιστορεί διάσπαρτες ιστορίες σχολικού εκφοβισμού σε μια μικρή πόλη της Αμερικής. Μιλάει για τον Alex, ένα δωδεκάχρονο παιδί που προφανώς δεν κατανοεί την πλήρη φρίκη της κατάστασης του νομίζοντας ότι τα παιδιά που τον ενοχλούν είναι φίλοι του. Για μια πολύ καλή μαθήτρια η οποία κουβαλούσε μαζί της ένα γεμάτο όπλο σε ένα σχολικό λεωφορείο για να σταματήσει τα παιδιά από το να την πειράζουν. Για μια νεαρή κοπέλα που καταγγέλθηκε από το σχολείο και την πόλη της επειδή φανέρωσε τις σεξουαλικές προτιμήσεις της. Για γονείς που αντιμετωπίζουν ατάραχοι την πρόσφατη αυτοκτονία του γιου τους, και ούτω καθεξής. Οι ιστορίες τους περιγράφουν μια καθαρή εφηβική κόλαση που μπορεί πολύ εύκολα να σας κάνει να δακρύσετε.
Επίσης, μάλλον άψογα, καταγράφει πόσο άσχετοι είναι οι υπεύθυνοι των σχολείων στο χειρισμό ακραίων περιπτώσεων εκφοβισμού. Υπάρχει μια κυρία στην ταινία, για παράδειγμα, η οποία είναι η πιο αστεία αλλά ταυτόχρονα και η πιο τρομακτική γυναίκα που έχω δει σε ταινία εδώ και χρόνια. Είναι μια γυναίκα τόσο έξω από τα νερά της, χωρίς την παραμικρή ένδειξη ότι γνωρίζει πώς πρέπει να χειριστεί την επιθετικότητα των εφήβων. Σε μια σπαρακτική σκηνή, λέει σε ένα παιδί ότι ευθύνεται ο ίδιος για την προσέλκυση των δραστών (κάτι το οποίο δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια).
Το «Bully». λοιπόν, για να μην παρεξηγηθώ, έχει ως στόχο να κάνει σπουδαία πράγματα. Αυτό που καταφέρνει να συλλάβει με την κάμερα είναι αρκετά τρομακτικό. Είναι τόσο κακό που αναρωτιέσαι πως κατάφεραν να κινηματογραφήσουν τις σκηνές και με ποιο τρόπο. Αλλά το πρόβλημα της ταινίας είναι ότι δεν ωθεί το θέμα περά από τα όρια. Είναι λες και ο σκηνοθέτης Lee Hirsch επέλεξε να μην μας δείξει μέχρι που μπορεί να φτάσει η κατάσταση. Έχοντας μια άνευ προηγουμένου πρόσβαση στους διαδρόμους των σχολείων του αμερικανικού δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος αυτό που κατάφερε είναι μια επιφανειακή απεικόνιση του θέματος όταν θα έπρεπε να εμβαθύνει στο μέγιστο.
Κρατώντας πάντα μια μεροληπτική στάση και εμπλουτίζοντας το όλο εγχείρημα με σκηνές που ηθελημένα κάνουν επίκληση στο συναίσθημα και εκβιαστικά σε κάνουν να συγκινηθείς, ο Hirsh δεν καταφέρνει και πολλά. Μιλά για δημιουργία στρατού απέναντι στον εχθρό χωρίς να θιγεί το γεγονός ότι ο εχθρός είναι και αυτός μικρά παιδιά. Για να μην πολυλογώ. το «Bully» δεν κάνει σχεδόν τίποτα για να παγιώσει τη θέση του και κυρίως δεν απαντά σε καμία κρίσιμη ερώτηση. Τα παιδιά που πέφτουν θύματα εκφοβισμού υποτίθεται ότι θα πρέπει να είναι καλοί και υπομονετικοί απέναντι σε αυτούς που τους φοβερίζουν; Οι γονείς πρέπει να παρεμβαίνουν περισσότερο; Είναι η βία η απάντηση; Δεν έχω ιδέα, ούτε όμως και η ταινία του Hirsch.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το «Bully» εξιστορεί διάσπαρτες ιστορίες σχολικού εκφοβισμού σε μια μικρή πόλη της Αμερικής. Μιλάει για τον Alex, ένα δωδεκάχρονο παιδί που προφανώς δεν κατανοεί την πλήρη φρίκη της κατάστασης του νομίζοντας ότι τα παιδιά που τον ενοχλούν είναι φίλοι του. Για μια πολύ καλή μαθήτρια η οποία κουβαλούσε μαζί της ένα γεμάτο όπλο σε ένα σχολικό λεωφορείο για να σταματήσει τα παιδιά από το να την πειράζουν. Για μια νεαρή κοπέλα που καταγγέλθηκε από το σχολείο και την πόλη της επειδή φανέρωσε τις σεξουαλικές προτιμήσεις της. Για γονείς που αντιμετωπίζουν ατάραχοι την πρόσφατη αυτοκτονία του γιου τους, και ούτω καθεξής. Οι ιστορίες τους περιγράφουν μια καθαρή εφηβική κόλαση που μπορεί πολύ εύκολα να σας κάνει να δακρύσετε.
Επίσης, μάλλον άψογα, καταγράφει πόσο άσχετοι είναι οι υπεύθυνοι των σχολείων στο χειρισμό ακραίων περιπτώσεων εκφοβισμού. Υπάρχει μια κυρία στην ταινία, για παράδειγμα, η οποία είναι η πιο αστεία αλλά ταυτόχρονα και η πιο τρομακτική γυναίκα που έχω δει σε ταινία εδώ και χρόνια. Είναι μια γυναίκα τόσο έξω από τα νερά της, χωρίς την παραμικρή ένδειξη ότι γνωρίζει πώς πρέπει να χειριστεί την επιθετικότητα των εφήβων. Σε μια σπαρακτική σκηνή, λέει σε ένα παιδί ότι ευθύνεται ο ίδιος για την προσέλκυση των δραστών (κάτι το οποίο δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια).
Το «Bully». λοιπόν, για να μην παρεξηγηθώ, έχει ως στόχο να κάνει σπουδαία πράγματα. Αυτό που καταφέρνει να συλλάβει με την κάμερα είναι αρκετά τρομακτικό. Είναι τόσο κακό που αναρωτιέσαι πως κατάφεραν να κινηματογραφήσουν τις σκηνές και με ποιο τρόπο. Αλλά το πρόβλημα της ταινίας είναι ότι δεν ωθεί το θέμα περά από τα όρια. Είναι λες και ο σκηνοθέτης Lee Hirsch επέλεξε να μην μας δείξει μέχρι που μπορεί να φτάσει η κατάσταση. Έχοντας μια άνευ προηγουμένου πρόσβαση στους διαδρόμους των σχολείων του αμερικανικού δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος αυτό που κατάφερε είναι μια επιφανειακή απεικόνιση του θέματος όταν θα έπρεπε να εμβαθύνει στο μέγιστο.
Κρατώντας πάντα μια μεροληπτική στάση και εμπλουτίζοντας το όλο εγχείρημα με σκηνές που ηθελημένα κάνουν επίκληση στο συναίσθημα και εκβιαστικά σε κάνουν να συγκινηθείς, ο Hirsh δεν καταφέρνει και πολλά. Μιλά για δημιουργία στρατού απέναντι στον εχθρό χωρίς να θιγεί το γεγονός ότι ο εχθρός είναι και αυτός μικρά παιδιά. Για να μην πολυλογώ. το «Bully» δεν κάνει σχεδόν τίποτα για να παγιώσει τη θέση του και κυρίως δεν απαντά σε καμία κρίσιμη ερώτηση. Τα παιδιά που πέφτουν θύματα εκφοβισμού υποτίθεται ότι θα πρέπει να είναι καλοί και υπομονετικοί απέναντι σε αυτούς που τους φοβερίζουν; Οι γονείς πρέπει να παρεμβαίνουν περισσότερο; Είναι η βία η απάντηση; Δεν έχω ιδέα, ούτε όμως και η ταινία του Hirsch.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου