Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Asterix et Obelix: Au Service de Sa Majeste [2/5]

Ο Αστερίξ έχει απολαύσει μια υγιή ζωή στη μεγάλη οθόνη. Η γαλλική εταιρεία animation Dargaud γύρισε μια σειρά από ταινίες κινουμένων σχεδίων [Ο Αστερίξ Επιτίθεται Εναντίον των Βαρβάρων (1967), Αστερίξ και Κλεοπάτρα (1968), Ο Αστερίξ και τα Τρελά Κατορθώματα του (1976), Ο Αστερίξ Λεγεωνάριος Μονομάχος (1985), Ο Αστερίξ στη Χώρα των Βρετανών (1986) και Ο Αστερίξ στη Μεγάλη Μάχη (1989)]. Υπάρχουν επίσης δύο ακόμα ταινίες κινουμένων σχεδίων από άλλες εταιρείες [Αστερίξ και οι Ινδιάνοι (1994) και Ο Αστερίξ και οι Βίκινγκς (2006)], ενώ τα τελευταία χρόνια έχει γυριστεί μια σειρά από live-action ταινίες, η οποία μετά τα Αστερίξ και Οβελίξ Εναντίον Καίσαρα (1999), Αστερίξ & Οβελίξ: Επιχείρηση Κλεοπάτρα (2002), Ο Αστερίξ στους Ολυμπιακούς Αγώνες (2008) φτάνει αισίως στην τέταρτη συνέχεια, με το Αστερίξ και Οβελίξ στη Βρετανία…

Οι νέες περιπέτειες του Αστερίξ στη μεγάλη οθόνη αποτελούν σίγουρα μια αναβάθμιση από την προηγούμενη ανέμπνευστη ταινία, αλλά και πάλι δεν μπορείς να πεις ότι τα καταφέρνουν περίφημα. Βασιζόμενη, αρκούντως, στα κόμικ «Ο Αστερίξ και οι Βρετανοί» και «Ο Αστερίξ και οι Νορμανδοί», η ταινία διαπράττει ένα μεγάλο ατόπημα. Στο μεγαλύτερο μέρος της αποτελεί μια απλή αναπαραγωγή των κόμικ στα οποίο βασίζεται. Όπως και να το κάνουμε, όμως, άλλο οι δυνατότητες του γραπτού λόγου κι άλλο το σινεμά. Όπως, επίσης, άλλο Goscinny και Uderzo και άλλο Tirard και Vigneron. Για να θεωρηθεί μια μεταφορά επιτυχημένη απαιτείται η προσθήκη κάτι ξεχωριστού που θα κρατήσει το ενδιαφέρον όλων των θεατών, συμπεριλαμβανόμενου κι αυτών που έχουν διαβάσει τα κόμικ και γνωρίζουν ήδη την υπόθεση.

Είναι, λοιπόν, αναγκαία η ύπαρξη έξυπνου χιούμορ. Κάτι που μονό το δεύτερο μέρος της σειράς κατάφερε να ενσωματώσει πανέξυπνα στο σενάριο του. Εδώ, το φιλμ διαθέτει μια-δυο εκλάμψεις έξυπνου χιούμορ (όπως η αλά Clockwork Orange εκμάθηση αγγλικού σαβουάρ-βιβρ), ενώ άλλες, παρόλο που αρχικά βγάζουν γέλιο (όπως η αγγλική προφορά), τις τραβά από τα μαλλιά μέσα στα 100 και λεπτά που διαρκεί. Κι επειδή το στοιχειό του εμπνευσμένου χιούμορ λείπει, ο σκηνοθέτης αφήνει τα ινία της ταινίας του εξολοκλήρου στους ηθοποιούς του. Ο γνωστός και μη εξαιρετέος Gerard Depardieu επιστρέφει για άλλη μια φορά στον ρόλο του απολαυστικού Οβελίξ, ενώ ο Αστερίξ, μετά τους Christian Clavier και Clovis Cornillac, βρίσκει στον Edouard Baer τον καλύτερο ενσαρκωτή του. Οι αληθινοί, όμως, σταρ της ταινίας είναι οι έξης τρεις: ο Vincent Lacoste, ο οποίος παίζει άψογα έναν μπλαζέ, γοητευτικό έφηβο, εντελώς αδιάφορο για το ότι συμβαίνει. Ο Guillaume Gallienne που δίνει κυριολεκτικά ρέστα ως ευγενής κι ατάραχος Άγγλος που κατά βάθος αδυνατεί να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του. Και τέλος, η μια και μοναδική, αξεπέραστη Valerie Lemercier που αν δεν ήταν κι αυτή, η ταινία θα έχανε σίγουρα ένα αστεράκι.

Εντέλει, η τέταρτη ταινία της σειράς που είναι, φυσικά, γυρισμένη σε 3D, διαθέτει κάποιες χαριτωμενιές με τις οποίες θα γελάσετε, σαν σύνολο όμως είναι πράγματα που έχουμε ξαναδεί, αλλά και γνωρίζουμε λόγω κόμικ,, ειπωμένα κλασσικά και λίγο ανέμπνευστα.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται