Δυο τρία πράγματα θα πω γιατί είναι ξεκάθαρο ότι έχουμε να κάνουμε με μια ταινία που αναπόφευκτα, η γνώμη σας για αυτήν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πόσο συμφωνείτε ή διαφωνείτε με την πολιτική της. Σίγουρα, στον πυρήνα της ασχολείται με ένα ξεκάθαρο και οικουμενικό μήνυμα, αλλά είναι μια μάλλον χαλαρά δομημένη ταινία, πράγμα που σημαίνει ότι ο καθένας θα τη δει και θα την κρίνει διαφορετικά.
Προσωπικά, λοιπόν, η ταινία δεν μου άρεσε καθόλου για τους εξής λογούς. Αρχικά, ο τίτλος της είναι παραπλανητικός, αφού ουδεμία σχέση έχει με το κίνημα των Αγανακτισμένων, όπως εμείς εδώ το γνωρίζουμε. Η ταινία διαπραγματεύεται τη μετανάστευση και έχει σαν κεντρικό χαρακτήρα ένα κορίτσι αφρικανικής προέλευσης, που έχει φτάσει στην Ευρώπη, και μέσω των περιπετειών της (συνάντα την εχθρότητα των αστυνομικών και των γραφειοκρατών κ.ο.κ) αναφέρεται στα γεγονότα και τις μαζικές συγκεντρώσεις στην Αθήνα, το Παρίσι και τη Μαδρίτη. Και ναι, μπορεί όλα να συνδέονται μεταξύ τους (κρίση, μετανάστευση, φτώχεια) αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν περίμενα να δω κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που είδα. Πέρα από αυτό, όμως, ακόμα μεγαλύτερο θέμα, και δεν θα αναπτυχτώ παραπάνω, είχα με την απεικόνιση της Ελλάδας. Επιεικώς απαράδεκτη. Τόσο πολύ που προσβλήθηκα σε κάποιες στιγμές.
Έχουμε να κάνουμε με μια ταινία που συνδυάζει ντοκιμαντέρ και μυθοπλασία με έναν δραματικά άνισο τρόπο. Σκοπός του Gatliff είναι να μας αφυπνίσει έτσι ώστε να επαναστατήσουμε κι εμείς και να γίνουμε ένα με τους ανθρώπους που εμφανίζονται στην οθόνη. Αυτό γίνεται με τυπωμένα στην οθόνη συνθήματα με έντονη γραφή και από πίσω διάφορες εικόνες. Δυστυχώς, όμως, ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα άκρα. Τι εννοώ με αυτό. Κάποια στιγμή, στη μέση περίπου της ταινίας, εμφανίζεται με έντονα γράμματα ένα σύνθημα που μας λέει ότι ο καθένας από εμάς πρέπει να βρει τον λόγο του να αγανακτήσει. Πως έτσι οδηγούμαστε προς έναν κόσμο με περισσότερη δικαιοσύνη και περισσότερη ελευθερία, όμως όχι την ανεξέλεγκτη ελευθερία της αλεπούς στο κοτέτσι ή κάτι τέτοιο, δεν το θυμάμαι επακριβώς. Αυτό, όμως, που θυμάμαι είναι το τι βλέπουμε εμείς από πίσω από το σύνθημα. Ένα κοτέτσι που μπαίνει μια αλεπού και τρώει μια κότα. Αυτός είναι ο ευφάνταστος τρόπος του σκηνοθέτη να μας περάσει το μήνυμα. Τόσο απλοϊκός. Και μετά πάμε στο άλλο άκρο. Στις βαθυστόχαστες εικόνες με κουτάκια αναψυκτικών να τρέχουν στο δρόμο, με μια τύπισσα που χορεύει ενώ πέφτουν φυλλάδια από τον ουρανό κι ακούγονται συνθήματα και αλλά τέτοια. Δεν χρησιμεύουν πουθενά όλα αυτά όταν αυτό που διαπραγματεύεσαι είναι τόσο δυνατό. Υπάρχει μια σκηνή όπου βλέπουμε τα κρεβάτια και τις κουβέρτες άστεγων ανθρώπων, των οποίων τα ονόματα και η ηλικία εμφανίζονται παράλληλα με τις εικόνες. Μια σκηνή τόσο απλή και έξυπνη στην σύλληψη της, αλλά παράλληλα τόσο δυνατή, ξεκάθαρη και με νόημα που για μένα ήταν όλη η ταινία. Να ξεκαθαρίσω εδώ ότι η βαθμολογία μου άφορα καθαρά και μονό την ταινία και τον τρόπο κινηματογράφησης της. Δεν έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν πιστεύω στο μήνυμα που θέλει να περάσει. Κρίνω, όμως, αρνητικά τον τρόπο που θέλει να το περάσει.
Κλείνοντας τώρα, θα ήθελα να πω κάτι προσωπικό που μου συνέβη. Μετά την προβολή της ταινίας, καθόμουν με τους φίλους μου και σχολιάζαμε το έργο (παρεμπιπτόντως σε κανένα δεν άρεσε), όταν ξαφνικά γυρίζουν από μπροστά μας κάτι κοπέλες και μας λένε ότι πρέπει να δείξουμε σεβασμό γιατί έχουμε να κάνουμε με έναν σπουδαίο σκηνοθέτη. Αναφέρω το περιστατικό γιατί νομίζω ότι κολλάει με ένα από τα νοήματα της ταινίας. Αυτό του ανοιχτού μυαλού. Αυτό της μη-προσκόλλησης σε πράγματα ή καταστάσεις. Αν πετύχει να αλλάξει αυτή την νοοτροπία η ταινία, τότε έχει καταφέρει σε έναν μεγάλο βαθμό τον στόχο της.
Προσωπικά, λοιπόν, η ταινία δεν μου άρεσε καθόλου για τους εξής λογούς. Αρχικά, ο τίτλος της είναι παραπλανητικός, αφού ουδεμία σχέση έχει με το κίνημα των Αγανακτισμένων, όπως εμείς εδώ το γνωρίζουμε. Η ταινία διαπραγματεύεται τη μετανάστευση και έχει σαν κεντρικό χαρακτήρα ένα κορίτσι αφρικανικής προέλευσης, που έχει φτάσει στην Ευρώπη, και μέσω των περιπετειών της (συνάντα την εχθρότητα των αστυνομικών και των γραφειοκρατών κ.ο.κ) αναφέρεται στα γεγονότα και τις μαζικές συγκεντρώσεις στην Αθήνα, το Παρίσι και τη Μαδρίτη. Και ναι, μπορεί όλα να συνδέονται μεταξύ τους (κρίση, μετανάστευση, φτώχεια) αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν περίμενα να δω κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που είδα. Πέρα από αυτό, όμως, ακόμα μεγαλύτερο θέμα, και δεν θα αναπτυχτώ παραπάνω, είχα με την απεικόνιση της Ελλάδας. Επιεικώς απαράδεκτη. Τόσο πολύ που προσβλήθηκα σε κάποιες στιγμές.
Έχουμε να κάνουμε με μια ταινία που συνδυάζει ντοκιμαντέρ και μυθοπλασία με έναν δραματικά άνισο τρόπο. Σκοπός του Gatliff είναι να μας αφυπνίσει έτσι ώστε να επαναστατήσουμε κι εμείς και να γίνουμε ένα με τους ανθρώπους που εμφανίζονται στην οθόνη. Αυτό γίνεται με τυπωμένα στην οθόνη συνθήματα με έντονη γραφή και από πίσω διάφορες εικόνες. Δυστυχώς, όμως, ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα άκρα. Τι εννοώ με αυτό. Κάποια στιγμή, στη μέση περίπου της ταινίας, εμφανίζεται με έντονα γράμματα ένα σύνθημα που μας λέει ότι ο καθένας από εμάς πρέπει να βρει τον λόγο του να αγανακτήσει. Πως έτσι οδηγούμαστε προς έναν κόσμο με περισσότερη δικαιοσύνη και περισσότερη ελευθερία, όμως όχι την ανεξέλεγκτη ελευθερία της αλεπούς στο κοτέτσι ή κάτι τέτοιο, δεν το θυμάμαι επακριβώς. Αυτό, όμως, που θυμάμαι είναι το τι βλέπουμε εμείς από πίσω από το σύνθημα. Ένα κοτέτσι που μπαίνει μια αλεπού και τρώει μια κότα. Αυτός είναι ο ευφάνταστος τρόπος του σκηνοθέτη να μας περάσει το μήνυμα. Τόσο απλοϊκός. Και μετά πάμε στο άλλο άκρο. Στις βαθυστόχαστες εικόνες με κουτάκια αναψυκτικών να τρέχουν στο δρόμο, με μια τύπισσα που χορεύει ενώ πέφτουν φυλλάδια από τον ουρανό κι ακούγονται συνθήματα και αλλά τέτοια. Δεν χρησιμεύουν πουθενά όλα αυτά όταν αυτό που διαπραγματεύεσαι είναι τόσο δυνατό. Υπάρχει μια σκηνή όπου βλέπουμε τα κρεβάτια και τις κουβέρτες άστεγων ανθρώπων, των οποίων τα ονόματα και η ηλικία εμφανίζονται παράλληλα με τις εικόνες. Μια σκηνή τόσο απλή και έξυπνη στην σύλληψη της, αλλά παράλληλα τόσο δυνατή, ξεκάθαρη και με νόημα που για μένα ήταν όλη η ταινία. Να ξεκαθαρίσω εδώ ότι η βαθμολογία μου άφορα καθαρά και μονό την ταινία και τον τρόπο κινηματογράφησης της. Δεν έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν πιστεύω στο μήνυμα που θέλει να περάσει. Κρίνω, όμως, αρνητικά τον τρόπο που θέλει να το περάσει.
Κλείνοντας τώρα, θα ήθελα να πω κάτι προσωπικό που μου συνέβη. Μετά την προβολή της ταινίας, καθόμουν με τους φίλους μου και σχολιάζαμε το έργο (παρεμπιπτόντως σε κανένα δεν άρεσε), όταν ξαφνικά γυρίζουν από μπροστά μας κάτι κοπέλες και μας λένε ότι πρέπει να δείξουμε σεβασμό γιατί έχουμε να κάνουμε με έναν σπουδαίο σκηνοθέτη. Αναφέρω το περιστατικό γιατί νομίζω ότι κολλάει με ένα από τα νοήματα της ταινίας. Αυτό του ανοιχτού μυαλού. Αυτό της μη-προσκόλλησης σε πράγματα ή καταστάσεις. Αν πετύχει να αλλάξει αυτή την νοοτροπία η ταινία, τότε έχει καταφέρει σε έναν μεγάλο βαθμό τον στόχο της.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου