Μια μέρα στη ζωή του καπιταλισμού, όχι όμως μια οποιαδήποτε ημέρα αλλά η επόμενη ημέρα. 24 ώρες από τη ζωή ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος (φανταστείτε κάτι σε Lehman Brothers), στο οποίο επικρατεί πανικός όταν αποκαλύπτεται μετά από έρευνα ένα λάθος. Ένα λάθος που με αλυσιδωτές αντιδράσεις απειλεί με κατάρρευση όχι μόνο της εταιρίας αλλά και ολόκληρου του οικονομικού συστήματος.
Με μια μεθοδική και ψύχραιμη αφήγηση και με μια επίκαιρη παραγωγή που χρησιμοποιεί το φόντο της πραγματικής χρηματοπιστωτικής κρίσης, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος J.C. Chandor χτίζει σταδιακά τους χαρακτήρες του και δημιουργεί μια αίσθηση τρόμου. Από την πρώτη, συγκλονιστική, σκηνή το βλέμμα σου είναι καρφωμένο στην οθόνη κι εκεί παραμένει καθ` όλη την διάρκεια.
Η οικονομική κατάρρευση μιας τράπεζας δεν είναι ένα τυπικό θέμα για ψυχαγωγία. Βήμα-βήμα περιγράφονται κι αναλύονται τα στάδια που οδηγούν στην πτώση, αλλά το έξυπνο εδώ είναι ότι αυτό γίνεται με κατανοητό τρόπο. Φυσικά και υπάρχουν οικονομικές ορολογίες αλλά οι δημιουργοί της ταινίας γνωρίζουν ότι απευθύνονται και σε κόσμο που δεν ξέρει και χρησιμοποιούν τα «απλά αγγλικά». Μέσα από συζητήσεις στις αίθουσες συνεδριάσεων, ο Chandor παίρνει τους άμεσα εμπλεκόμενους και μπαίνει βαθιά στο χρηματοοικονομικό σύστημα της εποχής μας όπου οι άνθρωποι είναι αθλητές με τους μισθούς, αντί αριθμών, στην πλάτη τους. Ενώ, η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή του Margin Call είναι η ισορροπία με την οποία κάθε χαρακτήρας παρουσιάζεται. Η κλιμάκωση της ταινίας επιτρέπει στην δημιουργία ενός πολύπλευρου πορτρέτου για το πώς κάθε ένας από αυτούς τους ανθρώπους εξουσίας ανταποκρίνεται σε ένα ηθικό και υλικό δίλημμα ερευνώντας παράλληλα τις κατηγορίες των προσωπικοτήτων που λαμβάνουν αποφάσεις όπως αυτές, αποφάσεις που θα επηρεάσουν εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους. Μια προσέγγιση που βοηθά τους θεατές να ταυτιστούν με κάποιους από τους κύριους υπευθύνους της συνεχιζόμενης κρίσης, των οποίων οι εκτεταμένες επιλογές διαβρώνουν γρήγορα την εμπιστοσύνη μας στο σύστημα.
Ξεκινώντας από τους χαμηλόμισθους και ανεβαίνοντας σταδιακά φτάνοντας μέχρι τον Διευθύνων Σύμβουλο της εταιρείας, John Tuld (Jeremy Irons), ο οποίος εμφανίζεται με ένα ελικόπτερο, η ταινία είναι μια διατριβή πάνω στη δεοντολογία και την ηθική. Και ό, τι λέγεται, δεν είναι τόσο σημαντικό. Τι είναι πιο σημαντικό… είναι αυτό που δεν λέγεται. Αυτό που υπονοείται. Ό, τι εμπίπτει στην εκκωφαντική σιωπή μεταξύ των ευφυέστατων διαλόγων. Αυτή η ρεαλιστικότητα στην όλη ταινία πετυχαίνεται και λόγω του πραγματικά ονειρεμένου καστ της ταινίας. Ο Kevin Spacey και οJeremy Irons κλέβουν την παράσταση χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι Simon Baker, Stanley Tucci, Penn Badgley και Demi Moore δεν είναι εξαιρετικοί. Μοναδική παραφωνία ο Paul Bettany, ο οποίος νομίζω ότι άλλαξε 3 με 4 φορές προφορά κατά τη διάρκεια της ταινίας.
Κατά ένα μέρος θρίλερ, κατά ένα μέρος μελέτη χαρακτήρων και κατά ένα μέρος κατηγορητήριο για την ανεξέλεγκτη απληστία στο σημερινό οικονομικό σύστημα, το Margin Call αποτελεί ένα δυνατό δράμα που μιλάει έξυπνα για την εποχή που ζούμε. Μη το χάσετε.
Με μια μεθοδική και ψύχραιμη αφήγηση και με μια επίκαιρη παραγωγή που χρησιμοποιεί το φόντο της πραγματικής χρηματοπιστωτικής κρίσης, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος J.C. Chandor χτίζει σταδιακά τους χαρακτήρες του και δημιουργεί μια αίσθηση τρόμου. Από την πρώτη, συγκλονιστική, σκηνή το βλέμμα σου είναι καρφωμένο στην οθόνη κι εκεί παραμένει καθ` όλη την διάρκεια.
Η οικονομική κατάρρευση μιας τράπεζας δεν είναι ένα τυπικό θέμα για ψυχαγωγία. Βήμα-βήμα περιγράφονται κι αναλύονται τα στάδια που οδηγούν στην πτώση, αλλά το έξυπνο εδώ είναι ότι αυτό γίνεται με κατανοητό τρόπο. Φυσικά και υπάρχουν οικονομικές ορολογίες αλλά οι δημιουργοί της ταινίας γνωρίζουν ότι απευθύνονται και σε κόσμο που δεν ξέρει και χρησιμοποιούν τα «απλά αγγλικά». Μέσα από συζητήσεις στις αίθουσες συνεδριάσεων, ο Chandor παίρνει τους άμεσα εμπλεκόμενους και μπαίνει βαθιά στο χρηματοοικονομικό σύστημα της εποχής μας όπου οι άνθρωποι είναι αθλητές με τους μισθούς, αντί αριθμών, στην πλάτη τους. Ενώ, η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή του Margin Call είναι η ισορροπία με την οποία κάθε χαρακτήρας παρουσιάζεται. Η κλιμάκωση της ταινίας επιτρέπει στην δημιουργία ενός πολύπλευρου πορτρέτου για το πώς κάθε ένας από αυτούς τους ανθρώπους εξουσίας ανταποκρίνεται σε ένα ηθικό και υλικό δίλημμα ερευνώντας παράλληλα τις κατηγορίες των προσωπικοτήτων που λαμβάνουν αποφάσεις όπως αυτές, αποφάσεις που θα επηρεάσουν εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους. Μια προσέγγιση που βοηθά τους θεατές να ταυτιστούν με κάποιους από τους κύριους υπευθύνους της συνεχιζόμενης κρίσης, των οποίων οι εκτεταμένες επιλογές διαβρώνουν γρήγορα την εμπιστοσύνη μας στο σύστημα.
Ξεκινώντας από τους χαμηλόμισθους και ανεβαίνοντας σταδιακά φτάνοντας μέχρι τον Διευθύνων Σύμβουλο της εταιρείας, John Tuld (Jeremy Irons), ο οποίος εμφανίζεται με ένα ελικόπτερο, η ταινία είναι μια διατριβή πάνω στη δεοντολογία και την ηθική. Και ό, τι λέγεται, δεν είναι τόσο σημαντικό. Τι είναι πιο σημαντικό… είναι αυτό που δεν λέγεται. Αυτό που υπονοείται. Ό, τι εμπίπτει στην εκκωφαντική σιωπή μεταξύ των ευφυέστατων διαλόγων. Αυτή η ρεαλιστικότητα στην όλη ταινία πετυχαίνεται και λόγω του πραγματικά ονειρεμένου καστ της ταινίας. Ο Kevin Spacey και οJeremy Irons κλέβουν την παράσταση χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι Simon Baker, Stanley Tucci, Penn Badgley και Demi Moore δεν είναι εξαιρετικοί. Μοναδική παραφωνία ο Paul Bettany, ο οποίος νομίζω ότι άλλαξε 3 με 4 φορές προφορά κατά τη διάρκεια της ταινίας.
Κατά ένα μέρος θρίλερ, κατά ένα μέρος μελέτη χαρακτήρων και κατά ένα μέρος κατηγορητήριο για την ανεξέλεγκτη απληστία στο σημερινό οικονομικό σύστημα, το Margin Call αποτελεί ένα δυνατό δράμα που μιλάει έξυπνα για την εποχή που ζούμε. Μη το χάσετε.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου