Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Chronicle [3.5/5]

Το συγκεκριμένο είδος κινηματογράφησης, μια κάμερα τραβά συνεχώς κι εμείς βλέπουμε μέσα από αυτήν, έχει σχεδόν κορεστεί. Για όλες τις καλές προσπάθειες (το Blair Witch Project, το [REC], το Cloverfield) υπάρχουν άλλες αμέτρητες ταινίες χωρίς καμία έμπνευση, που το μόνο που καταφέρνουν είναι να εξαργυρώνουν την εμπορικότητα του είδους αλλά παράλληλα και να το καταστρέφουν. Φανταστείτε την έκπληξη μου όταν κατάλαβα ότι το «Chronicle» είναι ένα λαμπρό παράδειγμα για το πώς να κάνεις κάτι διαφορετικό χρησιμοποιώντας το συγκεκριμένο τέχνασμα.

Με κεντρικό ήρωα έναν απροσάρμοστο έφηβο, ξεχωριστό ανάμεσα στους υπόλοιπους, και τους δυο φίλους του που αποκτούν υπερδυνάμεις, η ταινία προχωρά σταδιακά. Στην αρχή, χειραγωγούν κομμάτια λέγκο και πέτρες πάνω στο νερό. Στη συνέχεια, ανακαλύπτουν ότι μπορούν να διασκεδάσουν περισσότερο με το να κάνουν φάρσες όπως σήκωμα των φουστών των κοριτσιών. Αλλά καθώς συνειδητοποιούν την αυξανόμενη έκταση των δυνατοτήτων τους, το ζήτημα της ηθικής κρίσης προκύπτει. Το μήνυμα εδώ δεν είναι ότι «η εξουσία διαφθείρει» αλλά περισσότερο ότι «όταν η δύναμη περνάει στα λάθος χέρια, ο κίνδυνος είναι μεγάλος». Θα μου πείτε «ναι», ωραία, το ξέρουμε και το έχουμε ξαναδεί. Το έξυπνο, όμως, εδώ είναι το σενάριο του Max Landis που καταφέρνει να κάνει τον κεντρικό ήρωα, παρόλα τα θέματα του, έναν συμπαθητικό χαρακτήρα. Μπορείς να δεις και να καταλάβεις πως η ψυχή του έχει ηττηθεί και το ταξίδι του προς το σκοτάδι είναι συναρπαστικό. Υπάρχει επίσης και κάτι που παρόμοιες ταινίες δεν διαθέτουν. Δίνεται δέουσα προσοχή και σε όλους τους υπόλοιπους χαρακτήρες, ενώ υπάρχουν και κάποιες σκηνές ενδοοικογενειακής βίας που είναι πραγματικά οδυνηρές. Όλα τα παραπάνω βοηθούν την ταινία στο να μοιάζει ρεαλιστική και να σου δίνει την αίσθηση ότι όσα βλέπεις είναι αληθινά.

Ο Josh Trank, από την άλλη, όχι μόνο χρησιμοποιεί την κάμερα τού πρωταγωνιστή, αλλά την εξελίσσει κιόλας αφού όσο περνά η ώρα κι ο ήρωας χειρίζεται καλυτέρα τις δυνάμεις του, η λήψη καλυτερεύει. Έχουμε να κάνουμε λοιπόν με έναν εφευρετικό κινηματογράφο που φέρνει τη δική του φρεσκάδα στην οθόνη. Ένα άλλο πράγμα που μου έκανε εντύπωση είναι ότι ο Trank χρησιμοποιεί αυτό το είδος κινηματογράφησης όχι μόνο για να εντείνει την αγωνία αλλά και ως έμπνευση του. Εναλλάσσοντας την καταγραφή και μέσα από άλλες κάμερες (όπως π.χ. κάμερες παρακολούθησης της πόλης ή την κάμερα μιας μαθήτριάς που τραβά διαρκώς την καθημερινότητά της για το blog που διατηρεί), κάνει μια επικριτική παρατήρηση στη συνεχή παρακολούθηση, στην οποία βρισκόμαστε, με αποτέλεσμα η ταινία να έχει μια ενδιαφέρουσα, μοναδική ποιότητα.

Ωραία όλα αυτά κι αξιέπαινα αλλά το «Chronicle» πασάρεται ως μια επιστημονικής φαντασίας περιπέτεια. Και εδώ έρχεται το μόνο πρόβλημα της ταινίας. Οι αρχικές σκηνές όπου οι τρεις τους αρχίζουν τους πειραματισμούς με τις δυνάμεις τους αργεί πάρα πολύ να πάρει μπρος με αποτέλεσμα να αισθάνεσαι ότι κάπου κάνει μια κοιλιά. Δεν λέω, είναι διασκεδαστικό να βλέπεις να κουνούν τούβλα ή πέτρες χρησιμοποιώντας μόνο το μυαλό τους, αλλά κι αυτό μέχρι ενός σημείου αφού έχω την εντύπωση ότι αν ξαφνικά γινόσουν τηλεκινητικός θα ήθελες να κάνεις ένα σωρό άλλα πράγματα. Όλα αυτά μέχρι τη στιγμή που θα μάθουν πώς να πετούν και η ταινία αποκτά άμεσα ενδιαφέρον αφού και οπτικά αυτό που βλέπεις σου προκαλεί τον θαυμασμό. Κρατάει, δε, το καλύτερο για το τέλος με την δράση να φτάνει στο απόγειο της, με σπασμένα αυτοκίνητα, εκρήξεις κτηρίων και μια τρομερή χρήση της κάμερας που τα καταγράφει όλα με τον καλύτερο τρόπο.

Το «Chronicle» είναι τελικά ένα ευφυές καλογυρισμένο δραματικό φιλμ επιστημονικής φαντασίας, πολύ πιο σκοτεινό κι ανησυχητικό από ό, τι μπορείτε να φανταστείτε. Αν το συστήνω να το δείτε; Ναι! Αν είχε και λίγο παραπάνω δράση όμως, θα ήταν σαφώς καλύτερο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται