Το συγκεκριμένο είδος κινηματογράφησης, μια κάμερα τραβά συνεχώς κι εμείς βλέπουμε μέσα από αυτήν, έχει σχεδόν κορεστεί. Για όλες τις καλές προσπάθειες (το Blair Witch Project, το [REC], το Cloverfield) υπάρχουν άλλες αμέτρητες ταινίες χωρίς καμία έμπνευση, που το μόνο που καταφέρνουν είναι να εξαργυρώνουν την εμπορικότητα του είδους αλλά παράλληλα και να το καταστρέφουν. Φανταστείτε την έκπληξη μου όταν κατάλαβα ότι το «Chronicle» είναι ένα λαμπρό παράδειγμα για το πώς να κάνεις κάτι διαφορετικό χρησιμοποιώντας το συγκεκριμένο τέχνασμα.
Με κεντρικό ήρωα έναν απροσάρμοστο έφηβο, ξεχωριστό ανάμεσα στους υπόλοιπους, και τους δυο φίλους του που αποκτούν υπερδυνάμεις, η ταινία προχωρά σταδιακά. Στην αρχή, χειραγωγούν κομμάτια λέγκο και πέτρες πάνω στο νερό. Στη συνέχεια, ανακαλύπτουν ότι μπορούν να διασκεδάσουν περισσότερο με το να κάνουν φάρσες όπως σήκωμα των φουστών των κοριτσιών. Αλλά καθώς συνειδητοποιούν την αυξανόμενη έκταση των δυνατοτήτων τους, το ζήτημα της ηθικής κρίσης προκύπτει. Το μήνυμα εδώ δεν είναι ότι «η εξουσία διαφθείρει» αλλά περισσότερο ότι «όταν η δύναμη περνάει στα λάθος χέρια, ο κίνδυνος είναι μεγάλος». Θα μου πείτε «ναι», ωραία, το ξέρουμε και το έχουμε ξαναδεί. Το έξυπνο, όμως, εδώ είναι το σενάριο του Max Landis που καταφέρνει να κάνει τον κεντρικό ήρωα, παρόλα τα θέματα του, έναν συμπαθητικό χαρακτήρα. Μπορείς να δεις και να καταλάβεις πως η ψυχή του έχει ηττηθεί και το ταξίδι του προς το σκοτάδι είναι συναρπαστικό. Υπάρχει επίσης και κάτι που παρόμοιες ταινίες δεν διαθέτουν. Δίνεται δέουσα προσοχή και σε όλους τους υπόλοιπους χαρακτήρες, ενώ υπάρχουν και κάποιες σκηνές ενδοοικογενειακής βίας που είναι πραγματικά οδυνηρές. Όλα τα παραπάνω βοηθούν την ταινία στο να μοιάζει ρεαλιστική και να σου δίνει την αίσθηση ότι όσα βλέπεις είναι αληθινά.
Ο Josh Trank, από την άλλη, όχι μόνο χρησιμοποιεί την κάμερα τού πρωταγωνιστή, αλλά την εξελίσσει κιόλας αφού όσο περνά η ώρα κι ο ήρωας χειρίζεται καλυτέρα τις δυνάμεις του, η λήψη καλυτερεύει. Έχουμε να κάνουμε λοιπόν με έναν εφευρετικό κινηματογράφο που φέρνει τη δική του φρεσκάδα στην οθόνη. Ένα άλλο πράγμα που μου έκανε εντύπωση είναι ότι ο Trank χρησιμοποιεί αυτό το είδος κινηματογράφησης όχι μόνο για να εντείνει την αγωνία αλλά και ως έμπνευση του. Εναλλάσσοντας την καταγραφή και μέσα από άλλες κάμερες (όπως π.χ. κάμερες παρακολούθησης της πόλης ή την κάμερα μιας μαθήτριάς που τραβά διαρκώς την καθημερινότητά της για το blog που διατηρεί), κάνει μια επικριτική παρατήρηση στη συνεχή παρακολούθηση, στην οποία βρισκόμαστε, με αποτέλεσμα η ταινία να έχει μια ενδιαφέρουσα, μοναδική ποιότητα.
Ωραία όλα αυτά κι αξιέπαινα αλλά το «Chronicle» πασάρεται ως μια επιστημονικής φαντασίας περιπέτεια. Και εδώ έρχεται το μόνο πρόβλημα της ταινίας. Οι αρχικές σκηνές όπου οι τρεις τους αρχίζουν τους πειραματισμούς με τις δυνάμεις τους αργεί πάρα πολύ να πάρει μπρος με αποτέλεσμα να αισθάνεσαι ότι κάπου κάνει μια κοιλιά. Δεν λέω, είναι διασκεδαστικό να βλέπεις να κουνούν τούβλα ή πέτρες χρησιμοποιώντας μόνο το μυαλό τους, αλλά κι αυτό μέχρι ενός σημείου αφού έχω την εντύπωση ότι αν ξαφνικά γινόσουν τηλεκινητικός θα ήθελες να κάνεις ένα σωρό άλλα πράγματα. Όλα αυτά μέχρι τη στιγμή που θα μάθουν πώς να πετούν και η ταινία αποκτά άμεσα ενδιαφέρον αφού και οπτικά αυτό που βλέπεις σου προκαλεί τον θαυμασμό. Κρατάει, δε, το καλύτερο για το τέλος με την δράση να φτάνει στο απόγειο της, με σπασμένα αυτοκίνητα, εκρήξεις κτηρίων και μια τρομερή χρήση της κάμερας που τα καταγράφει όλα με τον καλύτερο τρόπο.
Το «Chronicle» είναι τελικά ένα ευφυές καλογυρισμένο δραματικό φιλμ επιστημονικής φαντασίας, πολύ πιο σκοτεινό κι ανησυχητικό από ό, τι μπορείτε να φανταστείτε. Αν το συστήνω να το δείτε; Ναι! Αν είχε και λίγο παραπάνω δράση όμως, θα ήταν σαφώς καλύτερο.
Με κεντρικό ήρωα έναν απροσάρμοστο έφηβο, ξεχωριστό ανάμεσα στους υπόλοιπους, και τους δυο φίλους του που αποκτούν υπερδυνάμεις, η ταινία προχωρά σταδιακά. Στην αρχή, χειραγωγούν κομμάτια λέγκο και πέτρες πάνω στο νερό. Στη συνέχεια, ανακαλύπτουν ότι μπορούν να διασκεδάσουν περισσότερο με το να κάνουν φάρσες όπως σήκωμα των φουστών των κοριτσιών. Αλλά καθώς συνειδητοποιούν την αυξανόμενη έκταση των δυνατοτήτων τους, το ζήτημα της ηθικής κρίσης προκύπτει. Το μήνυμα εδώ δεν είναι ότι «η εξουσία διαφθείρει» αλλά περισσότερο ότι «όταν η δύναμη περνάει στα λάθος χέρια, ο κίνδυνος είναι μεγάλος». Θα μου πείτε «ναι», ωραία, το ξέρουμε και το έχουμε ξαναδεί. Το έξυπνο, όμως, εδώ είναι το σενάριο του Max Landis που καταφέρνει να κάνει τον κεντρικό ήρωα, παρόλα τα θέματα του, έναν συμπαθητικό χαρακτήρα. Μπορείς να δεις και να καταλάβεις πως η ψυχή του έχει ηττηθεί και το ταξίδι του προς το σκοτάδι είναι συναρπαστικό. Υπάρχει επίσης και κάτι που παρόμοιες ταινίες δεν διαθέτουν. Δίνεται δέουσα προσοχή και σε όλους τους υπόλοιπους χαρακτήρες, ενώ υπάρχουν και κάποιες σκηνές ενδοοικογενειακής βίας που είναι πραγματικά οδυνηρές. Όλα τα παραπάνω βοηθούν την ταινία στο να μοιάζει ρεαλιστική και να σου δίνει την αίσθηση ότι όσα βλέπεις είναι αληθινά.
Ο Josh Trank, από την άλλη, όχι μόνο χρησιμοποιεί την κάμερα τού πρωταγωνιστή, αλλά την εξελίσσει κιόλας αφού όσο περνά η ώρα κι ο ήρωας χειρίζεται καλυτέρα τις δυνάμεις του, η λήψη καλυτερεύει. Έχουμε να κάνουμε λοιπόν με έναν εφευρετικό κινηματογράφο που φέρνει τη δική του φρεσκάδα στην οθόνη. Ένα άλλο πράγμα που μου έκανε εντύπωση είναι ότι ο Trank χρησιμοποιεί αυτό το είδος κινηματογράφησης όχι μόνο για να εντείνει την αγωνία αλλά και ως έμπνευση του. Εναλλάσσοντας την καταγραφή και μέσα από άλλες κάμερες (όπως π.χ. κάμερες παρακολούθησης της πόλης ή την κάμερα μιας μαθήτριάς που τραβά διαρκώς την καθημερινότητά της για το blog που διατηρεί), κάνει μια επικριτική παρατήρηση στη συνεχή παρακολούθηση, στην οποία βρισκόμαστε, με αποτέλεσμα η ταινία να έχει μια ενδιαφέρουσα, μοναδική ποιότητα.
Ωραία όλα αυτά κι αξιέπαινα αλλά το «Chronicle» πασάρεται ως μια επιστημονικής φαντασίας περιπέτεια. Και εδώ έρχεται το μόνο πρόβλημα της ταινίας. Οι αρχικές σκηνές όπου οι τρεις τους αρχίζουν τους πειραματισμούς με τις δυνάμεις τους αργεί πάρα πολύ να πάρει μπρος με αποτέλεσμα να αισθάνεσαι ότι κάπου κάνει μια κοιλιά. Δεν λέω, είναι διασκεδαστικό να βλέπεις να κουνούν τούβλα ή πέτρες χρησιμοποιώντας μόνο το μυαλό τους, αλλά κι αυτό μέχρι ενός σημείου αφού έχω την εντύπωση ότι αν ξαφνικά γινόσουν τηλεκινητικός θα ήθελες να κάνεις ένα σωρό άλλα πράγματα. Όλα αυτά μέχρι τη στιγμή που θα μάθουν πώς να πετούν και η ταινία αποκτά άμεσα ενδιαφέρον αφού και οπτικά αυτό που βλέπεις σου προκαλεί τον θαυμασμό. Κρατάει, δε, το καλύτερο για το τέλος με την δράση να φτάνει στο απόγειο της, με σπασμένα αυτοκίνητα, εκρήξεις κτηρίων και μια τρομερή χρήση της κάμερας που τα καταγράφει όλα με τον καλύτερο τρόπο.
Το «Chronicle» είναι τελικά ένα ευφυές καλογυρισμένο δραματικό φιλμ επιστημονικής φαντασίας, πολύ πιο σκοτεινό κι ανησυχητικό από ό, τι μπορείτε να φανταστείτε. Αν το συστήνω να το δείτε; Ναι! Αν είχε και λίγο παραπάνω δράση όμως, θα ήταν σαφώς καλύτερο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου