Το «Η Χιονάτη και ο Κυνηγός» είναι η τελευταία προσθήκη σε μια σειρά ταινιών που δείχνουν τη ξαφνική αγάπη του Χόλιγουντ για τη μεταφορά γνωστών παραμυθιών στη μεγάλη οθόνη. Η Κοκκινοσκουφίτσα και το Καθρέφτη, Καθρεφτάκι Μου είναι κάποιες από αυτές που έχουμε ήδη δει και ακολουθούν πολλές ακόμα. Ποια είναι, όμως, η τελική ετυμηγορία για τη δεύτερη ταινία του 2012 με πρωταγωνίστρια την Χιονάτη; Λοιπόν, θα χαρείτε να ακούσετε ότι είναι μια μάλλον αναπάντεχη επιτυχία.
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία της ταινίας είναι ο τόνος και το ύφος που υιοθετεί εδώ ο πρωτάρης σκηνοθέτης Rupert Sanders. Καταφέρνει και φτιάχνει έναν βρώμικο και ζοφερό κόσμο γεμάτο φαντασία. Στο πνεύμα του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, δημιουργεί έναν κόσμο που περιέχει μυστικιστικά στοιχειά, αλλά παράλληλα διατηρεί κι ένα γειωμένο ρεαλισμό. Τα επιβλητικά σκηνικά και πλάσματα είναι όλα φτιαγμένα με ένα αριστοτεχνικό CGI, ενώ τα trolls, τα ξωτικά ακόμα και οι νάνοι διαθέτουν εκπληκτική εμφάνιση. Ο ρυθμός της ταινίας είναι ταχύς, αφού χωρίς να χρονοτριβεί προχωράει από σκηνή σε σκηνή παρουσιάζοντας νέους κόσμους και χαρακτήρες. Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με το δυνατό σάουντρακ και το επιδέξιο μοντάζ, μας κάνουν να μιλάμε για μια δεξιοτεχνικά φτιαγμένη ταινία. Δυστυχώς, η ιστορία ποτέ δεν εναρμονίζεται πλήρως με το οπτικό υπερθέαμα. Σίγουρα, δεν είναι μια ιστορία που μπορεί να προβλεφθεί σκηνή-σκηνή αφού αρκετές ανατρεπτικές τροποποιήσεις σου διατηρούν το ενδιαφέρον. Το γεγονός, δε, ότι είναι διατυπωμένες με λιγότερο επεξηγηματικό ύφος, όπως συνήθως συμβαίνει στα παραμύθια για την εύκολη πέψη από τα παιδιά, είναι κάτι που οι ενήλικες θα εκτιμήσουν. Υπάρχουν, όμως, κάποια προβλήματα. Ενώ η ανισόρροπη βασίλισσα που η Theron πλάθει προσφέρει θεατρική απειλή και οι πολυάριθμες συγκρούσεις διαθέτουν δράση κι ανεβάζουν τους παλμούς, το σενάριο μοιάζει να περιορίζεται από μια σειρά τυχαίων συναντήσεων μεταξύ της Χιονάτης κι ανούσιων δεύτερων χαρακτήρων. Ενώ ακόμα και οι βασικοί είναι πάρα πολλοί. Φτάνοντας στο τέλος, έχεις την εντύπωση ότι δεν τους έχει καλύψει όλους όσο θα έπρεπε, με τον αδελφό της βασίλισσας και τον «Prince Charming» να είναι οι πιο παραμελημένοι, ενώ ακόμη και ο Κυνηγός είναι αποκομμένος από τις τελευταίες στιγμές της ταινίας. Επιπροσθέτως, υπήρχαν διαστήματα που η ιστορία έσπευσε σαν βολίδα προς την τελική πράξη. Θέματα που μπορούν να συγχωρεθούν σε μια υπερπαραγωγή του καλοκαιριού, είναι όμως άξια αναφοράς σε μια κριτική.
Σε αντίθεση με το όχι ιδιαίτερα αξιόλογο σενάριο, οι περισσότεροι ηθοποιοί τα καταφέρνουν περίφημα. Πρώτη και καλύτερη η Charlize Theron. Η ταινία είναι ένα καθαρό δικό της show και εκείνη ξεκάθαρα, από την πρώτη κιόλας σκηνή, δείχνει να το απολαμβάνει. Διαθέτοντας μια υπερβολή, καταφέρνει να ερμηνεύσει εξαιρετικά τη σατανική κι εγωιστική βασίλισσα που έχει εμμονή με την ομορφιά της. Έχει πολλές ισχυρές στιγμές, οι όποιες συνδυαζόμενες με το απειλητικό σάουντρακ την κάνουν να μοιάζει σαν μια πραγματική παραμυθένια κακιά. Ο Hemsworth, από την άλλη, παίζει μια πιο τραγική φιγούρα από ότι τον έχουμε συνηθίσει μέχρι τώρα (π.χ., στο Thor). Και τα καταφέρνει εξαίσια πλάθοντας έναν ήρωα που βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονος. Διαβάζοντας τώρα μερικά από τα ονόματα των ηθοποιών που παίζουν τους οκτώ νάνους (Ian McShane, Ray Winstone, Toby Jones, Nick Frost και Bob Hoskins, μερικοί από αυτούς) νομίζω ότι τα λόγια είναι περιττά. Παρέχουν απολαυστικά την απαραίτητη κωμική ανακούφιση στο έργο. Μοναδική παραφωνία η Kristen Stewart. Δυστυχώς δεν διαθέτει ούτε το κατάλληλο εκτόπισμα, ούτε την απαραίτητη ερμηνευτική δεινότητα, και ας μη γελιόμαστε… ούτε πιο όμορφη από τη Theron είναι. Εδώ ακολουθεί τη μανιέρα των μορφασμών που έχει και στο Twilight. Είναι λες και η Χιονάτη έχει μονίμως μια δυσάρεστη γεύση στο στόμα της και χαμόγελα σαν να μην τρέχει τίποτα. Λυπάμαι που το λέω αλλά συνεχώς σκεφτόμουν πόσο πιο καλές θα ήταν δεκάδες άλλες νέες ηθοποιοί του Χόλιγουντ. Η επιλογή της συγκεκριμένης ηθοποιού, πάντως, συνοψίζει και το παράπονο μου για την ταινία. Θα ήθελα οι παραγωγοί της να είχαν ξοδέψει περισσότερο χρόνο ανησυχώντας για το τι ακριβώς θέλει η ταινία να είναι, παρά σε ποιους απευθύνεται. Άσχετα, όμως, από τις ατέλειές της, παραμένει ένα πολλά υποσχόμενο ντεμπούτο. Θα ήθελα πραγματικά να δω το επόμενο σκηνοθετικό βήμα του Sanders.
Τέλος, συνοψίζοντας, θα το πω όσο πιο απλά: η ταινία έχει στιγμές αληθινού μεγαλείου, οι όποιες όμως αδυνατούν να ολοκληρωθούν, παρά το μαγικό ραβδάκι του Sanders. Δεξιοτεχνικά λεπτομερής με ως επί το πλείστον εξαίσιες ερμηνείες, το «Η Χιονάτη και ο Κυνηγός» παίρνει το κλασσικό παραμύθι της Χιονάτης, σβήνει ορισμένα παραδοσιακά σημεία και ταυτόχρονος εγχέει νέο υλικό. Αξίζει να τη δείτε.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου