Η καριέρα του Nicolas Cage είναι άξια μελέτης. Είναι δύσκολο να κατανοήσει κάποιος πώς ένας από τους πιο αξιοσέβαστους υποκριτικά ηθοποιούς (μην ξεχνάμε ότι έχει κερδίσει και Οσκαρ) εξακολουθεί να γίνεται δημόσιος περίγελος και μάλιστα κατ` επιλογή. Σαν ένας άλλος Johnny Blaze, φαίνεται να έχει κάνει κι ο ίδιος συμφωνία με τον διάβολο, αφού προκειμένου να αυξηθεί ο λογαριασμός της τραπέζης του με κάποια παραπάνω μηδενικά, δέχεται και πρωταγωνιστεί σε μερικές από τις χειρότερες ταινίες των τελευταίων ετών. Τι να πρωτοθυμηθώ, το Trespass, το Drive Angry; Η μια παταγώδης αποτυχία διαδέχεται την άλλη και όπως φαίνεται σταματημό δεν έχει…
Τίποτα, όμως, πιστεύω δεν θα μπορέσει να αγγίξει τον βαθμό αθλιότητας που έφτασε το «Ghost Rider: Το Πνεύμα της Εκδίκησης». Πρώτη μα πρώτη φορά δεν βρήκα σε ταινία ούτε μια πτυχή της που να μου αρέσει. Η υποκριτική, το CGI, τα πλάνα, το στυλ και η ιστορία αγγίζουν όλα τα όρια της γελοιότητας. Η πρώτη ταινία, τουλάχιστον (και δεν το πιστεύω ότι το γραφώ αυτό), διέθετε ένα σκοτεινό ύφος με μερικές διασκεδαστικές στιγμές φόβου και μια πλοκή που ήταν και εύκολη να παρακολουθήσεις και που σου τράβαγε, έστω και στο ελάχιστο, το ενδιαφέρον. Ήταν ένα διασκεδαστικό b-movie τυλιγμένο σε μια υψηλού προϋπολογισμού καραμέλα. Αυτή τη φορά, οι δημιουργοί του Crank έφτιαξαν κάτι που μοιάζει να είναι ένα master-class τού πώς να γυρίσεις φρικτές ταινίες. Με ένα σενάριο δύο σελίδων τραβηγμένο από τα μαλλιά, γεμάτο αδιάφορες πλοκές και στερεοτυπικούς διαλόγους, το έργο διαθέτει σκηνές τόσο κακές στην σύλληψη τους, που δεν μπορούν να περιγραφτούν και καταστάσεις που δεν πείθουν δυστυχώς κανέναν. Η απουσία στοιχειώδους ρυθμού, τα τυχαία σβησίματα σε μαύρο, η υποτυπώδης επεξεργασία στο post-production, η άτσαλη κινηματογράφηση και η τραγική και υπερβολική υποκριτική του Nicolas Cage τοποθετούν την ταινία στην κορυφή των χειρότερων που θα δεις στη ζωή σου.
Με λίγα λόγια, έχουμε να κάνουμε με ένα (κόστους 57 εκατομμυρίων δολαρίων, παρακαλώ) αφόρητο, αδικαιολόγητο, περιττό, χωρίς φαντασία και γενικά ανεπιθύμητο σίκουελ. Οι δημιουργοί του δεύτερου Ghost Rider κατάφεραν να κάνουν μια ταινία χειρότερη από την πρώτη. Άθλος, πραγματικά…
Τίποτα, όμως, πιστεύω δεν θα μπορέσει να αγγίξει τον βαθμό αθλιότητας που έφτασε το «Ghost Rider: Το Πνεύμα της Εκδίκησης». Πρώτη μα πρώτη φορά δεν βρήκα σε ταινία ούτε μια πτυχή της που να μου αρέσει. Η υποκριτική, το CGI, τα πλάνα, το στυλ και η ιστορία αγγίζουν όλα τα όρια της γελοιότητας. Η πρώτη ταινία, τουλάχιστον (και δεν το πιστεύω ότι το γραφώ αυτό), διέθετε ένα σκοτεινό ύφος με μερικές διασκεδαστικές στιγμές φόβου και μια πλοκή που ήταν και εύκολη να παρακολουθήσεις και που σου τράβαγε, έστω και στο ελάχιστο, το ενδιαφέρον. Ήταν ένα διασκεδαστικό b-movie τυλιγμένο σε μια υψηλού προϋπολογισμού καραμέλα. Αυτή τη φορά, οι δημιουργοί του Crank έφτιαξαν κάτι που μοιάζει να είναι ένα master-class τού πώς να γυρίσεις φρικτές ταινίες. Με ένα σενάριο δύο σελίδων τραβηγμένο από τα μαλλιά, γεμάτο αδιάφορες πλοκές και στερεοτυπικούς διαλόγους, το έργο διαθέτει σκηνές τόσο κακές στην σύλληψη τους, που δεν μπορούν να περιγραφτούν και καταστάσεις που δεν πείθουν δυστυχώς κανέναν. Η απουσία στοιχειώδους ρυθμού, τα τυχαία σβησίματα σε μαύρο, η υποτυπώδης επεξεργασία στο post-production, η άτσαλη κινηματογράφηση και η τραγική και υπερβολική υποκριτική του Nicolas Cage τοποθετούν την ταινία στην κορυφή των χειρότερων που θα δεις στη ζωή σου.
Με λίγα λόγια, έχουμε να κάνουμε με ένα (κόστους 57 εκατομμυρίων δολαρίων, παρακαλώ) αφόρητο, αδικαιολόγητο, περιττό, χωρίς φαντασία και γενικά ανεπιθύμητο σίκουελ. Οι δημιουργοί του δεύτερου Ghost Rider κατάφεραν να κάνουν μια ταινία χειρότερη από την πρώτη. Άθλος, πραγματικά…
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου