Θυμάστε την ταινία του 2009 Funny People του Judd Apatow με πρωταγωνιστή τον Adam Sandler; Μια ταινία που υποσχόταν μια εξαιρετικά δροσιστική ματιά στην ασθένεια μέσω του χιούμορ. Τελικά, δεν το κατάφερε. Και εδώ έρχεται το «50/50» που πετυχαίνει αυτό που παρόμοιες ταινίες έχουν αποτύχει. Ο καρκίνος είναι ένα θλιβερό θέμα και οι χολιγουντιανές ταινίες που αναφέρονται σε αυτό είναι πολύ εύκολο να οριοθετηθούν. Έχουν τον καρκίνο ως θέμα τους, αλλά πολύ λίγες δίνουν έμφαση στο ανθρώπινο στοιχείο της νόσου και ακόμη λιγότερες καταφέρνουν να βρουν την αυθεντική αισιοδοξία και το χιούμορ που απορρέει από τέτοιες καταστάσεις.
Δεν είναι μια ιστορία για την επικείμενη απώλεια, τη θλίψη και την αναπόφευκτη απαρηγόρητη λύπη. Σίγουρα έχει τέτοιες δυνατότητες, αλλά το έξυπνο εδώ είναι ότι η έμφαση είναι σε μεγάλο βαθμό στο ανθρώπινο ταξίδι ενός άντρα που αγωνίζεται να ξεπεράσει τις αντιξοότητες. Ο σεναριογράφος Will Reiser γνωρίζει ότι εμείς ως θεατές έχουμε γνώση των καταστροφικών φυσικών συνεπειών μιας τέτοιας απειλητικής για τη ζωή ασθένειας και αντ’αυτου εστιάζει αλλού. Μέσα από διάφορες σχέσεις (φίλου με φίλου, μητέρας με γιου, ασθενή με γιατρού) δημιουργεί μια πλήρως σφαιρική εικόνα του κεντρικού χαρακτήρα και απεικονίζει εξαιρετικά το πώς κάποιος τα βγάζει πέρα, ανταπεξέρχεται σε κάτι τέτοιο.
Με αυτό κατά νου, το «50/50» είναι μια τεράστια επιτυχία αφού σίγουρα αποτελεί μια σημαντική νέα προσέγγιση στο θέμα της ασθένειας. Ο κεντρικός χαρακτήρας διατηρεί τη συμπάθεια μας και αισθανόμαστε την αγωνία του καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου. Πέρα από αυτόν, όμως, η ταινία χάνει την αξία της αφού όλοι οι υπόλοιποι χαρακτήρες δεν λειτουργούν. Η συμπεριφορά της κοπέλας του δεν μοιάζει πιστευτή, υπάρχει μια συμβατική ρομαντική ιστορία που ακόμα κι αν αναπτύσσεται σωστά μοιάζει πολύ ασφαλής και κουρασμένη σαν ιδέα για μια ταινία που θέλει να σπάσει την πεπατημένη (σοβαρά και χιουμοριστικά) γύρω από την ασθένεια και το θάνατο. Από την άλλη, ο χαρακτήρας του καλύτερου φίλου όταν στην αρχή κάνουν αστεία για την ασθένεια, την εξουθενωτική ιατρική περίθαλψη κι άλλα συναφή μοιάζει ειλικρινής και αληθινός, αλλά από κάποιο σημείο καταλήγει λίγο άξεστος και γραφικός.
Μπορεί λοιπόν να μην είναι η καλύτερη ταινία της χρονιάς, πρέπει να παραδεχτώ όμως ότι είναι μια ταινία που βρίσκει το γέλιο ακόμα και στις πιο σκοτεινές γωνιές της ζωής ενός ανθρώπου, ενώ παράλληλα αγκαλιάζει και το δράμα χωρίς συγκομιδή δακρύων. Είναι ένα παράδειγμα για το πώς να μην τα χάσετε στις δύσκολες στιγμές και να πολεμήσετε, να είστε ο εαυτός σας ανεξάρτητα από το ποια μπορεί να είναι η εξέλιξη των προβλημάτων σας. Τελειώνοντας, όμως, σου αφήνει μια παράξενη γεύση στο στόμα αφού το ψαχούλεμα ενός ανθρώπου που αντιμετωπίζει τη θνησιμότητα του δεν μοιάζει ολοκληρωμένο.
Δεν είναι μια ιστορία για την επικείμενη απώλεια, τη θλίψη και την αναπόφευκτη απαρηγόρητη λύπη. Σίγουρα έχει τέτοιες δυνατότητες, αλλά το έξυπνο εδώ είναι ότι η έμφαση είναι σε μεγάλο βαθμό στο ανθρώπινο ταξίδι ενός άντρα που αγωνίζεται να ξεπεράσει τις αντιξοότητες. Ο σεναριογράφος Will Reiser γνωρίζει ότι εμείς ως θεατές έχουμε γνώση των καταστροφικών φυσικών συνεπειών μιας τέτοιας απειλητικής για τη ζωή ασθένειας και αντ’αυτου εστιάζει αλλού. Μέσα από διάφορες σχέσεις (φίλου με φίλου, μητέρας με γιου, ασθενή με γιατρού) δημιουργεί μια πλήρως σφαιρική εικόνα του κεντρικού χαρακτήρα και απεικονίζει εξαιρετικά το πώς κάποιος τα βγάζει πέρα, ανταπεξέρχεται σε κάτι τέτοιο.
Με αυτό κατά νου, το «50/50» είναι μια τεράστια επιτυχία αφού σίγουρα αποτελεί μια σημαντική νέα προσέγγιση στο θέμα της ασθένειας. Ο κεντρικός χαρακτήρας διατηρεί τη συμπάθεια μας και αισθανόμαστε την αγωνία του καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου. Πέρα από αυτόν, όμως, η ταινία χάνει την αξία της αφού όλοι οι υπόλοιποι χαρακτήρες δεν λειτουργούν. Η συμπεριφορά της κοπέλας του δεν μοιάζει πιστευτή, υπάρχει μια συμβατική ρομαντική ιστορία που ακόμα κι αν αναπτύσσεται σωστά μοιάζει πολύ ασφαλής και κουρασμένη σαν ιδέα για μια ταινία που θέλει να σπάσει την πεπατημένη (σοβαρά και χιουμοριστικά) γύρω από την ασθένεια και το θάνατο. Από την άλλη, ο χαρακτήρας του καλύτερου φίλου όταν στην αρχή κάνουν αστεία για την ασθένεια, την εξουθενωτική ιατρική περίθαλψη κι άλλα συναφή μοιάζει ειλικρινής και αληθινός, αλλά από κάποιο σημείο καταλήγει λίγο άξεστος και γραφικός.
Μπορεί λοιπόν να μην είναι η καλύτερη ταινία της χρονιάς, πρέπει να παραδεχτώ όμως ότι είναι μια ταινία που βρίσκει το γέλιο ακόμα και στις πιο σκοτεινές γωνιές της ζωής ενός ανθρώπου, ενώ παράλληλα αγκαλιάζει και το δράμα χωρίς συγκομιδή δακρύων. Είναι ένα παράδειγμα για το πώς να μην τα χάσετε στις δύσκολες στιγμές και να πολεμήσετε, να είστε ο εαυτός σας ανεξάρτητα από το ποια μπορεί να είναι η εξέλιξη των προβλημάτων σας. Τελειώνοντας, όμως, σου αφήνει μια παράξενη γεύση στο στόμα αφού το ψαχούλεμα ενός ανθρώπου που αντιμετωπίζει τη θνησιμότητα του δεν μοιάζει ολοκληρωμένο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου