Είκοσι χρόνια μετά τη δημιουργία δυο κλασσικών πλέον sci-fi ταινιών (Alien και Blade Runner), o Άγγλος σκηνοθέτης Ridley Scott επιστρέφει στο είδος, και το franchise, που τον βοήθησε να παγιώσει το όνομά του. Ο «Προμηθέας», γραμμένος από τους Jon Spaihts και Damon Lindelof, είναι μια μαγευτική οπτικά και πνευματική ταινία που αποφεύγει τη δράση, παρά το μέγεθος του προϋπολογισμού του, και αντ’ αυτού θέτει τη βάση του σε δυνητικά ελκυστικές ιδέες για την πίστη, την επιστήμη και τις απαρχές της ανθρωπότητας.
Αλλά είναι ο χειρισμός αυτών των θεμάτων που κάνει τον «Προμηθέα» μια αμετάκλητα λανθασμένη ταινία. Γνωρίζαμε εξαρχής ότι η ταινία δεν θα απεικόνιζε το κλασικό, που όλοι γνωρίζουμε κι αγαπάμε, Άλιεν και ότι θα επικεντρώνονταν περισσότερο στις ζωές των άλλων εξωγήινων, γνωστών ως Μηχανικών. Είναι εκείνοι που πιλόταραν το διαστημόπλοιο με το θανατηφόρο φορτίο που ανακάλυπτε η Ripley και το πλήρωμα της στην αρχική ταινία του Scott. Μια ιδέα που αγκαλιάστηκε με θέρμη, περιμένοντας με ανυπομονησία να δούμε κάτι το μοναδικό, αλλά με αρκετά «κλεισίματα του ματιού» που θα κρατούσαν όλους τους φαν του franchise (συμπεριλαμβανομένου κι έμενα) χαρούμενους. Αυτό, όμως, που είδαμε είναι ένα χάος από ιδέες, οι οποίες είναι ενδιαφέρουσες στην καλύτερη περίπτωση και χάλια διατυπωμένες στη χειρότερη. Είναι σαφές ότι η ιστορία ξεκίνησε ως ένα prequel του Alien, αλλά όταν ο Scott ανακοίνωσε ότι δεν ήθελε να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη διαδρομή, μια πληθώρα εναλλακτικών ιδεών φαίνεται να έχουν ενσωματωθεί στην αρχική ιστορία, αντί να ξεκινήσει το όλο θέμα και πάλι από το μηδέν. Και το αποτέλεσμα είναι μια ιστορία αφηρημένη, με πλοκή που οδηγεί σε ανεξήγητα αδιέξοδα. Το είδος, δε, των αλληλεπιδράσεων που τόσο τέλεια όριζε τους χαρακτήρες, τόσο στο πρώτο Alien όσο και στο σίκουελ του James Cameron, αναλώνεται εδώ σε κακές σκηνές (με χειρότερη την αλληλεπίδραση μεταξύ Elba και Theron, που φαντάζει βγαλμένη από άλλη ταινία) και εντελώς κοινότυπους διάλογους («Αν δεν το σταματήσουμε, δεν θα υπάρχει σπίτι για να γυρίσουμε»).
Αλλά το πιο επιβαρυντικό πράγμα του σεναρίου είναι το πώς κάνει τη συμπεριφορά και τα κίνητρα των Μηχανικών αναπόσπαστο κομμάτι των μηχανορραφιών του σεναρίου, αποτυγχάνοντας όμως να εξηγήσει επαρκώς έστω κι ένα από αυτά. Πράγμα που δεν προκαλεί έκπληξη, αφού ασχολείται με ανεξήγητα θέματα. Αλλά δεν μπορεί να είμαι ο μονός που κάτι τέτοιο το βρίσκω απογοητευτικό από όποια πλευρά και αν το δεις, ειδικά όταν αυτό καθιστά εξαιρετικά δύσκολο να διακρίνει κανείς τους καταλυτικούς παράγοντες σε πολλές από τις σκηνές της ταινίας, που μοιάζουν αποσυνδεδεμένες από το υπόλοιπο έργο. Ένας από τους κύριους λόγους της λαμπρότητάς του Alien ήταν η απλότητά του. Αν κάποιος σε ρωτούσε τι διαπραγματευόταν, θα μπορούσες να του δώσεις μια ικανοποιητική απάντηση σε 10 δευτερόλεπτα. Στο βασικό αυτό επίπεδο, ήταν μια απλή ταινία τρόμου, αλλά αυτή η απλή ιδέα, στη συνέχεια, ανυψωνόταν από το άψογο της παραγωγής, του σεναρίου, της υποκριτικής και της σκηνοθεσίας. Ο «Προμηθέας» μπορεί να υπερηφανεύεται για πολλές από αυτές τις ιδιότητες, αλλά η πλοκή είναι τόσο μπερδεμένη που αποσταθεροποιεί ολόκληρη την ταινία.
Το χειρότερο είναι ότι ο «Προμηθέας» δεν είναι μια κακή ταινία. Αν το θεωρήσουμε ως ένα εντελώς αυτόνομο έργο, είναι μια αρκετά καλή ταινία επιστημονικής φαντασίας και ίσως αξίζει τουλάχιστον τρία αστέρια. Όπως συμβαίνει με όλες τις ταινίες του Scott, οπτικά είναι εκθαμβωτική, σαν παράγωγη είναι αξιοθαύμαστη και το φουτουριστικό σύμπαν ζωντανεύει μπροστά στα ματιά μας με απίστευτα γραφικά, σκηνικά και κοστούμια. Αλλά, τελικά, επειδή η ιστορία έχει τέτοια συσχέτιση με τις ταινίες «Alien», συμπεριλαμβανομένου και της τελικής συνδετικής σκηνής, είναι σχεδόν αδύνατο να το δούμε ως μια ξεχωριστή οντότητα και, δυστυχώς, δεν μπορεί παρά να απογοητεύσει. Παρά το μεγαλείο του «Προμηθέα» που υπάρχει σε στιγμές, η ταινία έχει μια απογοητευτική τρίτη πράξη, μια σειρά από στερεότυπους χαρακτήρες και μια απροσδόκητη έλλειψη έντασης.
Αλλά είναι ο χειρισμός αυτών των θεμάτων που κάνει τον «Προμηθέα» μια αμετάκλητα λανθασμένη ταινία. Γνωρίζαμε εξαρχής ότι η ταινία δεν θα απεικόνιζε το κλασικό, που όλοι γνωρίζουμε κι αγαπάμε, Άλιεν και ότι θα επικεντρώνονταν περισσότερο στις ζωές των άλλων εξωγήινων, γνωστών ως Μηχανικών. Είναι εκείνοι που πιλόταραν το διαστημόπλοιο με το θανατηφόρο φορτίο που ανακάλυπτε η Ripley και το πλήρωμα της στην αρχική ταινία του Scott. Μια ιδέα που αγκαλιάστηκε με θέρμη, περιμένοντας με ανυπομονησία να δούμε κάτι το μοναδικό, αλλά με αρκετά «κλεισίματα του ματιού» που θα κρατούσαν όλους τους φαν του franchise (συμπεριλαμβανομένου κι έμενα) χαρούμενους. Αυτό, όμως, που είδαμε είναι ένα χάος από ιδέες, οι οποίες είναι ενδιαφέρουσες στην καλύτερη περίπτωση και χάλια διατυπωμένες στη χειρότερη. Είναι σαφές ότι η ιστορία ξεκίνησε ως ένα prequel του Alien, αλλά όταν ο Scott ανακοίνωσε ότι δεν ήθελε να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη διαδρομή, μια πληθώρα εναλλακτικών ιδεών φαίνεται να έχουν ενσωματωθεί στην αρχική ιστορία, αντί να ξεκινήσει το όλο θέμα και πάλι από το μηδέν. Και το αποτέλεσμα είναι μια ιστορία αφηρημένη, με πλοκή που οδηγεί σε ανεξήγητα αδιέξοδα. Το είδος, δε, των αλληλεπιδράσεων που τόσο τέλεια όριζε τους χαρακτήρες, τόσο στο πρώτο Alien όσο και στο σίκουελ του James Cameron, αναλώνεται εδώ σε κακές σκηνές (με χειρότερη την αλληλεπίδραση μεταξύ Elba και Theron, που φαντάζει βγαλμένη από άλλη ταινία) και εντελώς κοινότυπους διάλογους («Αν δεν το σταματήσουμε, δεν θα υπάρχει σπίτι για να γυρίσουμε»).
Αλλά το πιο επιβαρυντικό πράγμα του σεναρίου είναι το πώς κάνει τη συμπεριφορά και τα κίνητρα των Μηχανικών αναπόσπαστο κομμάτι των μηχανορραφιών του σεναρίου, αποτυγχάνοντας όμως να εξηγήσει επαρκώς έστω κι ένα από αυτά. Πράγμα που δεν προκαλεί έκπληξη, αφού ασχολείται με ανεξήγητα θέματα. Αλλά δεν μπορεί να είμαι ο μονός που κάτι τέτοιο το βρίσκω απογοητευτικό από όποια πλευρά και αν το δεις, ειδικά όταν αυτό καθιστά εξαιρετικά δύσκολο να διακρίνει κανείς τους καταλυτικούς παράγοντες σε πολλές από τις σκηνές της ταινίας, που μοιάζουν αποσυνδεδεμένες από το υπόλοιπο έργο. Ένας από τους κύριους λόγους της λαμπρότητάς του Alien ήταν η απλότητά του. Αν κάποιος σε ρωτούσε τι διαπραγματευόταν, θα μπορούσες να του δώσεις μια ικανοποιητική απάντηση σε 10 δευτερόλεπτα. Στο βασικό αυτό επίπεδο, ήταν μια απλή ταινία τρόμου, αλλά αυτή η απλή ιδέα, στη συνέχεια, ανυψωνόταν από το άψογο της παραγωγής, του σεναρίου, της υποκριτικής και της σκηνοθεσίας. Ο «Προμηθέας» μπορεί να υπερηφανεύεται για πολλές από αυτές τις ιδιότητες, αλλά η πλοκή είναι τόσο μπερδεμένη που αποσταθεροποιεί ολόκληρη την ταινία.
Το χειρότερο είναι ότι ο «Προμηθέας» δεν είναι μια κακή ταινία. Αν το θεωρήσουμε ως ένα εντελώς αυτόνομο έργο, είναι μια αρκετά καλή ταινία επιστημονικής φαντασίας και ίσως αξίζει τουλάχιστον τρία αστέρια. Όπως συμβαίνει με όλες τις ταινίες του Scott, οπτικά είναι εκθαμβωτική, σαν παράγωγη είναι αξιοθαύμαστη και το φουτουριστικό σύμπαν ζωντανεύει μπροστά στα ματιά μας με απίστευτα γραφικά, σκηνικά και κοστούμια. Αλλά, τελικά, επειδή η ιστορία έχει τέτοια συσχέτιση με τις ταινίες «Alien», συμπεριλαμβανομένου και της τελικής συνδετικής σκηνής, είναι σχεδόν αδύνατο να το δούμε ως μια ξεχωριστή οντότητα και, δυστυχώς, δεν μπορεί παρά να απογοητεύσει. Παρά το μεγαλείο του «Προμηθέα» που υπάρχει σε στιγμές, η ταινία έχει μια απογοητευτική τρίτη πράξη, μια σειρά από στερεότυπους χαρακτήρες και μια απροσδόκητη έλλειψη έντασης.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου