Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

The Devil's Candy [3/5]

Ο άκρως ενδιαφέρον «Αγαπημένος» του Σον Μπιρν προκάλεσε, παρά τις ατέλειες του, αίσθηση στο κινηματογραφικό κοινό το 2010, προσφέροντας έναν αέρα ανανέωσης στο κορεσμένο κατά τα άλλα είδος των ταινιών τρόμου. Εφτά χρόνια μετά, ο ταλαντούχος σκηνοθέτης κάνει δυναμική επανεμφάνιση με το αμερικανικό ντεμπούτο του.

Διαβάζοντας την πλοκή, η ταινία του Μπιρν μοιάζει εκ πρώτης όψεως ως ένα ακόμα θρίλερ με ένα στοιχειωμένο σπίτι. Και όντως, αν έπρεπε να την προσδιορίσουμε κάπως, θα λέγαμε πως έχουμε να κάνουμε με μια ταινία τύπου «Τρόμος στο Amityville» για χεβιμεταλάδες. Ωστόσο, η αγάπη της για το είδος που αντιπροσωπεύει αλλά και για την μουσική χέβι μέταλ, την κάνει να ξεχωρίζει. Χωρίς να προβληματίζεται από τις προκαταλήψεις που συνδέουν το μέταλ και τους γυμνασμένους, γεμάτους τατουάζ άνδρες που ακούν μέταλ με τον σατανισμό και τον διάβολο, το «Δέλεαρ του Διαβόλου» παρουσιάζει μια παθιασμένη, σοβαρή ταινία με μεταλλικό υπόβαθρο, η οποία, παρά τα λάθη της, λειτουργεί εκπληκτικά μέσα στη σοβαρότητά της. Αξιοποιώντας κάποιες ενδιαφέρουσες ερμηνευτικές προσεγγίσεις (ότι ο διάβολος κοιμάται σε κάθε έναν από εμάς και διατηρείται ζωντανός μόνο με τρομερές και μισητές πράξεις), ο Μπιρν προτείνει κάτι πολύ ενδιαφέρον και διαφορετικό ξεφεύγοντας από μια ακόμα κουραστική ιστορία τρόμου.

Παρουσιάζει μια αρχετυπική σύγκρουση του καλού και του κακού, τυλιγμένη με χριστιανική εικονογραφία και ιδεολογία, με ένα αναμφισβήτητα ψυχολογικό πλεονέκτημα. Κατασκευάζοντας επίσης προσεκτικά την ατμόσφαιρα της, ο ταλαντούχος σκηνοθέτης δημιουργεί μια κυκλοθυμική και κλειστοφοβική ταινία τρόμου έτοιμη να εκραγεί ανά πάσα στιγμή. Και αυτό είναι που κρατάει το κοινό προσηλωμένο και γαντζωμένο στην θέση του. Ερμηνευτικά, ο Ίθαν Έμπρι ηγείται του καστ και για ακόμη μία φορά χρησιμοποιεί το ταλέντο του για τη δημιουργία ενός χαρακτήρα για τον οποίο αισθανόμαστε γνήσια συμπόνια. Δεν είναι όμως ο μόνος που διαπρέπει στον ρόλο του. Στην πραγματικότητα, όλοι οι ηθοποιοί δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους. Εκείνος όμως που πραγματικά ξεχωρίζει πέρα από τον Έμπρι είναι ο Προυτ Τέιλορ Βινς. Απόλυτα καθηλωτικός ως o συναισθηματικά διαταραγμένος άνθρωπος που δρα ενάντια στη θέλησή του, ο καρατερίστας ηθοποιός μετατρέπει την ταινία σε κάτι πολύ περισσότερο όταν εμφανίζεται στην οθόνη.

Αν η ταινία έχει ένα σαφές ελάττωμα, τότε είναι το over-the-top τέλος του, στο οποίο η λογική και η αξιοπιστία που είχε προηγηθεί πάει στον αγύριστο. Αυτό, δυστυχώς, σου αφήνει μια πικρή επίγευση, αλλά όλα όσα προηγήθηκαν συνθέτουν μια άκρως ψυχαγωγική ταινία, πολύ καλύτερη από τις συνηθισμένες ανοησίες των τελευταίων ετών.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται