Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

The Two Faces of January [1.5/5]

Βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα της Patricia Highsmith, αυτή η ηλιόλουστη προσαρμογή στον κινηματογράφο από τον συγγραφέα του «Drive», Hossein Amini, θέτει τον πήχη πολύ ψηλά για σκηνοθετικό ντεμπούτο. Παρακολουθώντας όμως το έργο, οδηγούμαστε σε ένα αναπόφευκτο συμπέρασμα (η ύπαρξη μιας καθαρά «hitchcockian» ξανθιάς στον πρωταγωνιστικό ρόλο σχεδόν μας προκαλεί να κάνουμε συγκρίσεις) πως αν ο Hitchcock γυρνούσε αυτήν την ταινία στις αρχές της δεκαετίας του 1960, κατά πάσα πιθανότητα θα μιλούσαμε για ένα εξαιρετικό ψυχολογικό θρίλερ. Δυστυχώς, όμως, ο Amini δεν είναι σε θέση να δημιουργήσει μεγάλη ένταση από τους ηθικά σε κίνδυνο πρωταγωνιστές τους και τις δολοφονικές περιπέτειες που τους συμβαίνουν, με αποτέλεσμα η ταινία του να διαθέτει μεν ένδοξο ελληνικό φως σε αφθονία, αλλά να είναι αναπάντεχα λειψή τόσο σε ψυχολογική πολυπλοκότητα, όσο και γνήσια συγκίνηση.

Η πρώτη μισή ώρα του έργου καταφέρνει και διατηρεί το ενδιαφέρον μας χάρη στις συνεχείς αποκαλύψεις από το παρελθόν των πρωταγωνιστών, αλλά και τα ασαφή κίνητρα με τα οποίο κινούνται. Προσθέτοντας στο παραπάνω μερικές ντεμοντέ κινηματογραφικές απολαύσεις, όπως παραδείγματος χάρη την απειλή με όπλο σε ένα φανταχτερό δωμάτιο ξενοδοχείου, αλλά και την κομψότητα και ρετρό αίσθηση που υπάρχει διάχυτη στο έργο, το «Δύο Πρόσωπα του Ιανουαρίου» έμοιαζε, τουλάχιστον για την πρώτη μισή ώρα, να πατά γερά στα πόδια του και έδειχνε σημάδια μιας πολλά υποσχόμενης ταινίας. Καθώς όμως οι στρώσεις από ίντριγκα σταδιακά αποκαλύπτονται, αυτό που απομένει αρχίζει να φαίνεται ολοένα και λιγότερο ελκυστικό. Η ακλόνητα ντεμοντέ προσέγγιση του Amini στην κατασκευή του σκηνοθετικού του ντεμπούτου αποδεικνύεται τελικώς επιζήμια και οδηγεί στη δημιουργία μιας ταινίας χωρίς τη λάμψη, αλλά και το απαραίτητο κύρος που τέτοιες ταινίες απαιτούν. Χρησιμοποιώντας σκηνοθετικά τρικ, αγωνίζεται να κοινωνήσει τα κίνητρα των χαρακτήρων του σε εμάς, και ως εκ τούτου αρχίζουμε να αποστασιοποιούμαστε περαιτέρω από την πλοκή όσο εκείνη προχωράει.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο Amini κάνει το σοβαρό λάθος και επιτρέπει στους χαρακτήρες του να έχουν περισσότερες πληροφορίες από ό,τι επιτρέπει στο ακροατήριό του. Αυτό σημαίνει ότι εμείς σαν κοινό περνάμε την περισσότερη μας ώρα προσπαθώντας να καλύψουμε τη διαφορά μας με την πλοκή, αντί εκείνη να μας τραβάει με την εξέλιξη της. Παρά τα λάθη του Amini, όμως, η κεντρική πλοκή του έργου, ούτως ή άλλως, δεν διαθέτει κανένα ενδιαφέρον. Κάθε μεγάλη αποκάλυψη για κάτι στο παρελθόν παρουσιάζεται ως ένα πράγμα που ναι μεν ήταν γραφτό να μας εκπλήξει, αλλά φαινόταν σαν δεδομένο από την αρχή. Στο δε τέλος, το ερώτημα «αυτό ήταν;» στριφογυρίζει συνεχώς στο μυαλό σου μέχρι να συνειδητοποιήσεις ότι η ταινία που μόλις παρακολούθησες ήταν χωρίς ουσία.

Εν κατακλείδι, η καλή εμφάνιση μιας ταινίας (κοστούμια, σκηνικά, φωτογραφία) θα πρέπει να είναι ένα σύμπτωμα της επιτυχίας της και όχι το μόνο συστατικό της. Κάτι τέτοιο συμβαίνει εδώ! Αν σας αρκεί να δείτε ένα τρίο από όμορφα αστέρια όπως ο Isaac, η Dunst κι ο Mortensen να περιδιαβαίνουν στην όμορφη Αθήνα και την Κρήτη, δείτε την. Αν όχι, βγείτε και δώστε του να καταλάβει με ένα μπουκάλι ούζο. Πιο ωραία θα περάσετε!

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Three Billboards outside Ebbing, Missouri ★★★★

Μετά το εξαιρετικό «Αποστολή στην Μπριζ» και το άκρως ενδιαφέρον «Επτά ψυχοπαθείς», ο ιρλανδικής καταγωγής Μάρτιν Μακ Ντόνα έχει καθιερωθεί ως ένας από τους πιο λαμπρούς κινηματογραφιστές της εποχής μας. Η έντονη αίσθηση του αντίκτυπου των λέξεων, των χειρονομιών και των εικόνων που διαθέτει είναι σπάνια στο σημερινό τοπίο του κινηματογράφου και συμβαδίζει με την πρωτοφανή επιμέλεια του στην κατασκευή των λεπτομερέστατων, σύνθετων αφηγήσεών του. Με δεδομένη την έκφραση “το καλό πράγμα αργεί να γίνει”, ως ένας επιτυχημένος θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος και σκηνοθέτης, ο Μακ Ντόνα πήρε το χρόνο του για ετοιμάσει το νέο του κινηματογραφικό πόνημα. Και μετά από πέντε χρόνια σιωπής επιστρέφει με το «Three Billboards Outside Ebbing, Missouri» ένα άλλο μικρό θαύμα αφηγηματικής ισορροπίας όπου ο βαθύς πόνος και το λακωνικό χιούμορ, οι απροσδόκητες ανατροπές, η οργανική ροή δράσης και οι χαρακτήρες που αλλάζουν αλλά πάντα παραμένουν οι ίδιοι, δένουν αρμονικά. Η ιστορία απλή: Η κόρη της...

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που ...

Δεσμά Αίματος [0/5]

Η πρώτη ψηφιακή ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που δεν μπορεί να περιγραφτεί. Θα πρέπει κάποιος να την δει για να καταλάβει το πόσο κακή είναι. Και είναι μεγάλο κρίμα γιατί από τον σκηνοθέτη του Αυτή η Νύχτα Μένει περιμένεις πολλά περισσότερα. Αναλογιζόμενος τώρα και την προηγούμενη συμμετοχή του, το Απ’ τά Κόκαλα Βγαλμένα, μια ομολογουμένως αξιοπρεπέστατη ταινία, σε κάνει άπλα να αναρωτιέσαι γιατί γύρισε το «Δεσμά Αίματος». Πραγματικά, δεν μπορώ να καταλάβω τι είχε στο μυαλό του όταν τη γύριζε και τι προσπαθούσε να πει με αυτή του τη ταινία. Δυστυχώς, το έργο είναι ανούσιο και δεν πετυχαίνει ούτε μια στιγμή να τραβήξει το ενδιαφέρον του θεατή ή να επιτύχει τον όποιο στόχο της. Και αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Από άποψη παράγωγης, η ταινία είναι μια κλίμακα κάτω από την κατηγορία «ερασιτεχνική». Κάτι που δεν ταιριάζει όταν διαβάζεις τους συντελεστές, αλλά που πιστέψτε με ισχύει. Η σκηνοθεσία είναι κυριολεκτικά ανύπαρκτη με τα κλασσικά α...