Βασισμένη στο ομώνυμο βραβευμένο μυθιστόρημα της Meg Rosoff, η ταινία μας παρουσιάζει έναν διάκοσμο που θα μπορούσε πολύ εύκολα να γίνει πραγματικότητα. Με φόντο το σκηνικό μιας συνεχούς επιδεινωμένης παγκόσμιας πολιτικής κατάστασης, η Daisy (Saoirse Ronan), μια νεαρή νεοϋορκέζα, επισκέπτεται τα ξαδέλφια της στη βρετανική ύπαιθρο, έναν κόσμο που απέχει πολύ από αυτό που έχει συνηθίσει. Έχοντας η ίδια δώσει υπόσχεση ότι θα ξεπεράσει τα όρια της, δεν γνωρίζει ότι το ταξίδι που την περιμένει απαιτεί πολλά περισσότερα από εκείνη.
Κλασσική ταινία ενηλικίωσης, λοιπόν, που όμως, παρά το είδος της, είναι πραγματικά εντυπωσιακά καλλιτεχνική. Όχι μόνο στην απεικόνιση της πανέμορφης εξοχής και την τραγική καταστροφή της χάρη στο ξέσπασμα μιας τεράστιας παγκόσμιας σύγκρουσης, αλλά και στην απεικόνιση της ιδίας της φύσης του πολέμου. Παρόλο όμως που η αγγλική ύπαιθρος προσφέρει το απαραίτητο οπτικό υπόβαθρο και δίνει τη δυνατότητα στην ταινία να καταφέρει με επιτυχία να περάσει τους παραλληλισμούς με το περιβάλλον, το έργο μοιάζει να μην πετυχαίνει πλήρως τον σκοπό του. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό εντοπίζεται κυρίως στο σενάριο. Ατεκμηρίωτο, αφήνοντας παρά πολλά ερωτήματα και παραλείποντας ή αγνοώντας πλήρως τα ηθικά ή δεοντολογικά διλήμματα που διαθέτει, το έργο φαίνεται να σπαταλάει τις δυνατότητες του για χάρη μιας πιο mainstream ιστορίας αγάπης χωρίς ουσία και χωρίς αληθοφάνεια. Λόγω του ότι είναι δύσκολο η ταινία να επενδύσει πάνω στην ιδία της την υπόθεση, βασίζεται εξολοκλήρου στη Saoirse Ronan, η οποία, με τη βοήθεια των υπολοίπων δευτεραγωνιστών, δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία αποδίδοντας τέλεια την αλλαγή από ένα απόμακρο ψυχρό πρόσωπο σε κάποια που όταν φτάνει η κρίσιμη στιγμή γίνεται απίστευτα αποφασισμένη να αντεπεξέλθει στα πάντα.
Εν κατακλείδι, μια ταινία που επιζητά απελπισμένα τον οπτικό εντυπωσιασμό έναντι της ουσίας, δεν μου είναι εύκολο να τη συστήσω. Θα πω μόνο ότι αν το αρχικό υλικό σάς είναι οικείο, τότε μάλλον θα πάρετε πολλά περισσότερα από την προσαρμογή του MacDonald από ότι ο απλός θεατής.
Κλασσική ταινία ενηλικίωσης, λοιπόν, που όμως, παρά το είδος της, είναι πραγματικά εντυπωσιακά καλλιτεχνική. Όχι μόνο στην απεικόνιση της πανέμορφης εξοχής και την τραγική καταστροφή της χάρη στο ξέσπασμα μιας τεράστιας παγκόσμιας σύγκρουσης, αλλά και στην απεικόνιση της ιδίας της φύσης του πολέμου. Παρόλο όμως που η αγγλική ύπαιθρος προσφέρει το απαραίτητο οπτικό υπόβαθρο και δίνει τη δυνατότητα στην ταινία να καταφέρει με επιτυχία να περάσει τους παραλληλισμούς με το περιβάλλον, το έργο μοιάζει να μην πετυχαίνει πλήρως τον σκοπό του. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό εντοπίζεται κυρίως στο σενάριο. Ατεκμηρίωτο, αφήνοντας παρά πολλά ερωτήματα και παραλείποντας ή αγνοώντας πλήρως τα ηθικά ή δεοντολογικά διλήμματα που διαθέτει, το έργο φαίνεται να σπαταλάει τις δυνατότητες του για χάρη μιας πιο mainstream ιστορίας αγάπης χωρίς ουσία και χωρίς αληθοφάνεια. Λόγω του ότι είναι δύσκολο η ταινία να επενδύσει πάνω στην ιδία της την υπόθεση, βασίζεται εξολοκλήρου στη Saoirse Ronan, η οποία, με τη βοήθεια των υπολοίπων δευτεραγωνιστών, δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία αποδίδοντας τέλεια την αλλαγή από ένα απόμακρο ψυχρό πρόσωπο σε κάποια που όταν φτάνει η κρίσιμη στιγμή γίνεται απίστευτα αποφασισμένη να αντεπεξέλθει στα πάντα.
Εν κατακλείδι, μια ταινία που επιζητά απελπισμένα τον οπτικό εντυπωσιασμό έναντι της ουσίας, δεν μου είναι εύκολο να τη συστήσω. Θα πω μόνο ότι αν το αρχικό υλικό σάς είναι οικείο, τότε μάλλον θα πάρετε πολλά περισσότερα από την προσαρμογή του MacDonald από ότι ο απλός θεατής.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου