Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

A Good Day to Die Hard [0.5/5]

Το «Πολύ Σκληρός για να Πεθάνει Σήμερα» είναι, νομίζω, μετά το Ιντιάνα Τζόουνς και το Βασίλειο του Κρυστάλλινου Κρανίου, η δεύτερη ταινία που θα καταφέρει να εξολοθρεύσει ένα ολόκληρο franchise. Και είναι πραγματικά κρίμα. Ειδικά για τον Bruce Willis. Έξι χρόνια μετά την επιτυχή επανεκκίνηση του πιο σημαντικού χαρακτήρα της κινηματογραφικής καριέρας του, να πρέπει τώρα να τον παρακολουθεί καθώς συντρίβεται. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, όμως, αφού πραγματικά αυτό που βλέπεις σε αφήνει άφωνο.

Ας ξεκινήσουμε από τα ελάχιστα καλά της ταινίας που δικαιολογούν το μισό αστεράκι της βαθμολογίας. Νούμερο ένα: ο Willis. Στην ηλικία των 57, ο άνθρωπος μπορεί ακόμα να τρέξει, να σκοτώσει, να δείρει και για να το θέσουμε απλά, είναι ακόμα λίγο έως πολύ ο John McClane που αγαπήσαμε στη δεκαετία του 1980 και του 1990, αλλά ακόμη και στην τελευταία ταινία του 2007. Νούμερο δύο: ο Jai Courtney. Μετά τη συμμέτοχη του και στο Jack Reacher, είναι φανερό ότι το Χόλιγουντ τον σπρώχνει ως τον νέο, πολλά υποσχόμενα, action-hero. Και δικαιολογημένα, αφού το κατέχει το πακέτο και δεν πρέπει να είναι και κακός σαν ηθοποιός. Το μέλλον θα δείξει. Πέρα από αυτούς τους δύο, το χάος…

Πριν συνεχίσω να πω ότι ακολουθούν σπόιλερ. Ο λόγος; Χωρίς αυτά στη συγκεκριμένη περίπτωση, κριτική δεν μπορεί να υπάρξει. Συνεχίζοντας, λοιπόν, ο σημαντικότερος παράγοντας για τον οποίο η ταινία αποτυγχάνει πλήρως είναι το ανεκδιήγητο και παλαιάς κοπής σενάριο του Skip Woods. Μεταφέροντας τη δράση από την Αμερική στη Ρωσία, ασχολούμαστε με θέματα που όχι απλά έχουν κουράσει αλλά θα έπρεπε να μην ξαναειπωθούν σε ταινία περιπέτειας. Εδώ, όχι μόνο οι καλοί και κακοί είναι οι Αμερικανοί και οι Ρώσοι αντίστοιχα (με όλα τα στερεότυπα και των δύο εθνικοτήτων), αλλά η πλοκή είναι τόσο παλιά που ασχολείται με το Τσερνομπίλ. Ω ναι, ασχολούμαστε και πάλι με το σχέδιο κάποιου Ρώσου που ψάχνει να βρει το χαμένο ουράνιο προκειμένου να κατασκευάσει όπλα μαζικής καταστροφής. Και σαν να μην έφτανε όλο αυτό, ο Woods εισάγει στην ιστορία μια άκρως γελοία δευτερεύουσα πλοκή μεταξύ πατέρα γιου, που αγαπιούνται μεταξύ τους αλλά δεν το δείχνουν. Μα είμαστε με τα καλά μας;

Για να κάνει τα πράγματα χειρότερα, ο Woods είναι πολύ ανόητος για να συνειδητοποιήσει ότι σχεδόν ολόκληρες σκηνές του δεν βγάζουν νόημα. Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγήσει κανείς ότι μετά από μία σκηνή κυνηγητού με αυτοκίνητα που διαλύουν τη μισή πόλη ή μετά από την σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή ενός κτιρίου από τα πύρα ενός ελικοπτέρου δεν υπάρχει ίχνος αστυνομίας ή οποιασδήποτε νομικής υπηρεσίας; Πόσο μας κοροϊδεύει όταν μας λέει ότι ο ιδιοκτήτης ενός κλαμπ δεν αφήνει Τσετσένους τρομοκράτες να κουβαλούν όπλα στο μαγαζί του και έτσι οι πρωταγωνιστές μας εφοδιάζονται με αυτά κλέβοντας ένα αμάξι; Μπορεί η αναληθοφάνεια να είναι, από την πρώτη κιόλας ταινία, χαρακτηριστικό της σειράς «Die Hard», εδώ όμως το πράγμα ξεφεύγει από τον έλεγχο, αγνοώντας κάθε ίχνος κοινής λογικής, απλά για σκοπιμότητες. Το γεγονός, δε, ότι φτάνεις να παρατηρείς τέτοια πράγματα, αποδεικνύει πόσο βαρετή ταινία είναι. Δυστυχώς, όσοι πυροβολισμοί κι αν πέφτουν, όσα πράγματα κι αν ανατιναχτούν και όσοι άνθρωποι κι αν σκοτωθούν μέχρι το τέλος, τίποτα δεν προκαλεί, έστω και στο ελάχιστο, ούτε το ενδιαφέρον ούτε τον ενθουσιασμό σου.

Εν κατακλείδι, η ανούσια πλοκή του σε συνδυασμό με τις ξέφρενες κι ανέμπνευστες σκηνές δράσης συνθέτουν μία από τις χειρότερες μέρες της «Die Hard» σειράς -παρά τα όσα υποδηλώνει ο τίτλος. «Yippee-ki-yay, motherfucker» και αντίο!

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται