Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Fuocoammare [2/5]

Κάπου μεταξύ της Σικελίας και των ακτών της Τυνησίας βρίσκεται η Λαμπεντούζα. Το μεγαλύτερο νησί του συμπλέγματος των λεγομένων Πελαγίων Νήσων αποτελεί, ιδιαίτερα από το 2010 κι έπειτα, τόπο άφιξης χιλιάδων μεταναστών και προσφύγων από χώρες της Αφρικής, οι οποίοι στην προσπάθεια τους να διασχίσουν τη Μεσόγειο με αυτοσχέδια ή ακατάλληλα για την περίσταση μέσα, πνίγονται. Το βραβευμένο με τη Χρυσή Άρκτο στο φετινό φεστιβάλ του Βερολίνου «Φωτιά στη Θάλασσα» μπλέκει το ντοκιμαντέρ με τη μυθοπλασία, στην προσπάθεια του να απεικονίσει την ιστορία του νησιού, ρίχνοντας φως στη μεγαλύτερη ίσως ευρωπαϊκή ανθρωπιστική κρίση της γενιάς μας. Και ενώ ο Rosi καταφέρνει σίγουρα να ταρακουνήσει τον θεατή, η σκηνοθεσία του είναι τόσο ηθικά αμφιλεγόμενη, που θα μπορούσε να τη χαρακτηρίσει κανείς ακόμα κι απωθητική.

Θυμίζοντας αφηγηματικά πολύ το, εντελώς άδικα βραβευμένο με Χρυσό Λιοντάρι προηγούμενο ντοκιμαντέρ του, «Sacro GRA», το φιλμ του Rosi ασχολείται με μια ποικιλία θεμάτων σκιαγραφώντας τη ζωή στο νησί με διάφορες μορφές. Παρατηρούμε τη διάσωση των προσφύγων και τον έλεγχο στον οποίο υποβάλλονται από κυβερνητικούς αξιωματούχους, έναν τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό να αναφέρει τις ζοφερές ειδήσεις λαμβάνοντας παράλληλα αιτήματα για αφιερώσεις από νοικοκυρές, μαρτυρίες γιατρών, την ακτοφυλακή να βγαίνει σε αποστολές διάσωσης στα ταραγμένα νερά, ένα αλιευτικό για αχινούς και άλλες πολλές διαφορετικές μεταξύ τους σκηνές, των οποίων η καταγραφή τους θα μπορούσε να περάσει σαν αυθόρμητη, αν η προσεκτική τοποθέτηση της κάμερας και τα, ως επί το πλείστων, στατικά πλάνα δεν πρόδιδαν την πλαστότητα τους.

Προκειμένου να διαθέτει η ταινία μια ραχοκοκαλιά, ο ντόπιος Samuele Pucillo παρουσιάζεται σταδιακά ως πρωταγωνιστής της ταινίας. Παιδιαρίζοντας σε όλο το νησί, αδιαφορώντας για το χάος γύρω του, ο 12χρονος είναι ένας αβίαστα χαρισματικός χαρακτήρας τον οποίο χαίρεσαι να παρακολουθείς και ο Rosi μοιάζει να το γνωρίζει αυτό συλλαμβάνοντας κάθε λεπτό με την κάμερα του τη ζωηρή εκκεντρικότητα του. Ωστόσο, και ενώ η «Φωτιά στη Θάλασσα» ξοδεύει όλο και περισσότερο χρόνο με τον Samuele με τους μετανάστες να κάνουν σύντομες εμφανίσεις, κάποιος αρχίζει να αναρωτιέται αν ο Rosi είναι ένας ικανός ή ένας ευκαιριακός σκηνοθέτη. Το ζήτημα με το οποίο καταπιάνεται είναι άκρως επίκαιρο και συναισθηματικά τεταμένο. Οι εικόνες οι οποίες μας δείχνει, ναι μεν είναι σοκαριστικές, αλλά ούτε μία στιγμή δεν είναι κάτι παραπάνω από επιφανειακές. Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι το ζήτημα από μόνο του είναι σπουδαίο, οπότε η απλή απεικόνιση του αρκεί, ισχυρισμός με τον οποίο συμφωνώ.

Εδώ, όμως, ο Rosi εμπλουτίζει την ταινία με απλούς παραλληλισμούς, ολοφάνερες αλληγορίες και ξεκάθαρα υπονοούμενα αναφορικά με το προσφυγικό. Ναι, διαθέτει σκηνές που χτυπούν κατευθείαν νεύρο, ναι το θέμα του είναι πέρα για πέρα σημαντικό και πρέπει να απεικονιστεί, όχι όμως έτσι. Η ταινία του μοιάζει τόσο συγκυριακή, όσο και οπορτουνιστική. Επιπρόσθετα, ένα αξιολάτρευτο μικρό αγόρι δεν μπορεί είναι να αποτελεί αντιπροσωπευτικό κομμάτι ενός ολόκληρου νησιού. Σκιαγραφώντας ελάχιστους άλλους χαρακτήρες, που ούτως ή άλλως διαθέτουν πάρα πολύ λίγο χρόνο στην οθόνη, το φιλμ του 52χρονού σκηνοθέτη δεν καταφέρνει ποτέ να είναι ένα αντιπροσωπευτικό πορτρέτο της ζωής στο νησί.

Συμπερασματικά, οποιοδήποτε ντοκιμαντέρ που κινητοποιεί τον θεατή να λάβει σοβαρά υπόψη την ακραία φρίκη που βιώνουν οι μετανάστες είναι αξιέπαινο. Εδώ όμως τα πράγματα είναι είτε εκτός θέματος (στην καλύτερη περίπτωση), είτε αόριστα συμβολικά (στη χειρότερη) μην πείθοντας ότι ταιριάζουν, ή υφαίνουν μεταξύ τους μιας ζωτικής σημασίας ιστορία που αγκαλιάζει αυτούς που τόσο απεγνωσμένα προσπαθούν να ξεφύγουν από τη δυστυχία.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται