Συναρπαστική και ενοχλητική σε ίσα μέρη, η θαυμάσια ταινία του Damien Chazelle για έναν νεαρό ντράμερ της τζαζ με εμμονή προς το μεγαλείο αλλά και τον σαδιστικό δάσκαλό του, που τον σπρώχνει στο χείλος του γκρεμού, είναι μία από τις καλύτερες της χρονιάς. Διαβάζοντας την υπόθεσή του, μπορεί να σου είναι δύσκολο να σκεφτείς πώς ένα έργο για έναν καθηγητή και τον μαθητευόμενό του θα μπορούσε να είναι αγχωτικό, να σε κρατάει σε εγρήγορση και να είναι πέρα για πέρα συναρπαστικό. Ωστόσο, αυτό ακριβώς είναι το «Χωρίς Μέτρο», ένα έργο που θα κάνει τις καρδιές σας να χτυπάνε τόσο γρήγορα όσο και οι έντονες τυμπανοκρουσίες.
Σε τεχνικό επίπεδο είναι τόσο άρτια που βλέποντας τη δεν θα καταλάβετε ότι είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους προσπάθεια του σκηνοθέτη. Η γρήγορη κινηματογράφησή της και το τολμηρό μοντάζ της αξίζουν ατελείωτους επαίνους. Η φωτογραφία της αλλάζει με συνέπεια μεταξύ κρύας αποστασιοποίησης και ζεστής οικειότητας, μια αντιπαράθεση που αποδεικνύεται απολύτως ακαταμάχητη. Οι ερμηνείες, δε, είναι βγαλμένες από άλλον πλανήτη. Ο Teller χτυπά τα τύμπανα με το πάθος ενός δαιμονισμένου, παραδίδοντας μια τρισμέγιστη ερμηνεία. Όσο για τον Simmons, η απόδοσή του δεν μπορεί να περιγραφεί. Σε αιχμαλωτίζει από την πρώτη στιγμή που θα εμφανιστεί και παραμένεις σαγηνευμένος με κάθε μικρή έκφραση του προσώπου και κίνηση του χεριού του. Ο τρόπος που μετατρέπεται από βίαιο θύτη σε έναν ευγενικό άνθρωπο είναι εντυπωσιακός. Μιλάμε για έναν ρόλο ζωής και μια δίκαιη πιθανή βράβευση με Όσκαρ.
Εκείνο όμως που εκτοξεύει την ταινία σε άλλα επίπεδα είναι το σενάριό της. Τι τιμή έχει η δημιουργική επιτυχία; Τι αντίτιμο έχει το προσωπικό επίτευγμα; Πόσο πολύ πρέπει να ωθήσει -ή να απομακρύνει τους γύρω του- ένας καλλιτέχνης για να επιτύχει το μεγαλείο; Αυτά είναι κάποια από τα ενδιαφέροντα ερωτήματα που υπάρχουν στην καρδιά του «Χωρίς Μέτρο». Εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν και οι σκληρές, χωρίς να είναι ιδιαίτερα ευχάριστες, είναι αναζωογονητικά ειλικρινείς. Δεν πίστευα ποτέ ότι η μουσική θα μπορούσε να περιλαμβάνει τόσο αίμα, ιδρώτα και δάκρυα. Δεν είχα ιδέα ότι απαιτεί τόσο σωματική και πνευματική αφοσίωση. Ο Chazelle διορθώνει αυτές τις παρανοήσεις με τρόπους που από τη μια θα πιάνεται η αναπνοή σας και, στη συνέχεια, θα επευφημείτε. Αλλά ακόμα κι αν δεν πιαστείτε εξολοκλήρου από την πρωτοτυπία αυτού που βλέπετε, το έργο θα σας προκαλέσει να επανεξετάσετε τη στάση σας, τόσο προσωπικά όσο και κοινωνικά, σε πολλά πράγματα. Θα βγείτε από την αίθουσα αναρωτώμενοι: είμαστε μάρτυρες υπερβολικά ακραίων καταστάσεων, ή εντελώς απαραίτητων;
Οι λέξεις πραγματικά δεν μπορούν να περιγράψουν τον τρόμο, την ένταση και την άγρια δύναμη της ταινίας στην οποία η φιλοδοξία κι ο εκφοβισμός πάνε πακέτο. Μιλάμε για ένα καταστροφικό πορτρέτο δύο ανθρώπων, των οποίων η δυναμική είναι μια απόλαυση να την παρακολουθείς. Η σχέση τους κρατά το κοινό προσκολλημένο στην οθόνη μιας και είναι δύσκολο να μαντέψει τι θα συμβεί στη συνέχεια. Ο Chazelle έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια υποδειγματική ταινία, με άφθονους λόγους να την επαινέσεις και κανέναν για να την επικρίνεις.
Σε τεχνικό επίπεδο είναι τόσο άρτια που βλέποντας τη δεν θα καταλάβετε ότι είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους προσπάθεια του σκηνοθέτη. Η γρήγορη κινηματογράφησή της και το τολμηρό μοντάζ της αξίζουν ατελείωτους επαίνους. Η φωτογραφία της αλλάζει με συνέπεια μεταξύ κρύας αποστασιοποίησης και ζεστής οικειότητας, μια αντιπαράθεση που αποδεικνύεται απολύτως ακαταμάχητη. Οι ερμηνείες, δε, είναι βγαλμένες από άλλον πλανήτη. Ο Teller χτυπά τα τύμπανα με το πάθος ενός δαιμονισμένου, παραδίδοντας μια τρισμέγιστη ερμηνεία. Όσο για τον Simmons, η απόδοσή του δεν μπορεί να περιγραφεί. Σε αιχμαλωτίζει από την πρώτη στιγμή που θα εμφανιστεί και παραμένεις σαγηνευμένος με κάθε μικρή έκφραση του προσώπου και κίνηση του χεριού του. Ο τρόπος που μετατρέπεται από βίαιο θύτη σε έναν ευγενικό άνθρωπο είναι εντυπωσιακός. Μιλάμε για έναν ρόλο ζωής και μια δίκαιη πιθανή βράβευση με Όσκαρ.
Εκείνο όμως που εκτοξεύει την ταινία σε άλλα επίπεδα είναι το σενάριό της. Τι τιμή έχει η δημιουργική επιτυχία; Τι αντίτιμο έχει το προσωπικό επίτευγμα; Πόσο πολύ πρέπει να ωθήσει -ή να απομακρύνει τους γύρω του- ένας καλλιτέχνης για να επιτύχει το μεγαλείο; Αυτά είναι κάποια από τα ενδιαφέροντα ερωτήματα που υπάρχουν στην καρδιά του «Χωρίς Μέτρο». Εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν και οι σκληρές, χωρίς να είναι ιδιαίτερα ευχάριστες, είναι αναζωογονητικά ειλικρινείς. Δεν πίστευα ποτέ ότι η μουσική θα μπορούσε να περιλαμβάνει τόσο αίμα, ιδρώτα και δάκρυα. Δεν είχα ιδέα ότι απαιτεί τόσο σωματική και πνευματική αφοσίωση. Ο Chazelle διορθώνει αυτές τις παρανοήσεις με τρόπους που από τη μια θα πιάνεται η αναπνοή σας και, στη συνέχεια, θα επευφημείτε. Αλλά ακόμα κι αν δεν πιαστείτε εξολοκλήρου από την πρωτοτυπία αυτού που βλέπετε, το έργο θα σας προκαλέσει να επανεξετάσετε τη στάση σας, τόσο προσωπικά όσο και κοινωνικά, σε πολλά πράγματα. Θα βγείτε από την αίθουσα αναρωτώμενοι: είμαστε μάρτυρες υπερβολικά ακραίων καταστάσεων, ή εντελώς απαραίτητων;
Οι λέξεις πραγματικά δεν μπορούν να περιγράψουν τον τρόμο, την ένταση και την άγρια δύναμη της ταινίας στην οποία η φιλοδοξία κι ο εκφοβισμός πάνε πακέτο. Μιλάμε για ένα καταστροφικό πορτρέτο δύο ανθρώπων, των οποίων η δυναμική είναι μια απόλαυση να την παρακολουθείς. Η σχέση τους κρατά το κοινό προσκολλημένο στην οθόνη μιας και είναι δύσκολο να μαντέψει τι θα συμβεί στη συνέχεια. Ο Chazelle έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια υποδειγματική ταινία, με άφθονους λόγους να την επαινέσεις και κανέναν για να την επικρίνεις.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου