Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

The Grand Budapest Hotel [2/5]

Βλέποντας το «Ξενοδοχείο Grand Budapest», συνειδητοποιείς ότι το νέο πόνημα του σκηνοθέτη είναι η πιο Wes Anderson ταινία που έγινε ποτέ. Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αυτόματα κι απολαυστική. Υπάρχουν σίγουρα αστείες στιγμές και υπάρχουν κι όμορφες στιγμές, όμως αυτό το ξενοδοχείο δεν είναι τίποτε άλλο από μια οπτικά τέλεια ταινία, η οποία στερείται σεναρίου και κατ` επέκταση ενδιαφέροντος.

Με επίκεντρο έναν εκκεντρικό ιδιοκτήτη ξενοδοχείου, ένα lobby-boy, έναν αμύθητης αξίας πίνακα και τη διαμάχη για μια οικογενειακή περιουσία, η ταινία του Anderson είναι από εκείνες που ενώ πολλά πράγματα συμβαίνουν, δεν γίνεται τίποτα ουσιαστικό. Αντ` αυτού, προκειμένου να προκαλέσει το ενδιαφέρον του φιλοθεάμονος κοινού και παράλληλα να καλύψει το μεγάλο σεναριακό κενό που διαθέτει, το σενάριο των Anderson και Guinness αναλώνεται σε πανέμορφα κινηματογραφημένα, αλλά άσκοπα κυνηγητά, επιδέξιες αποδράσεις και αλλά, πολλών ειδών, τερτίπια.

Για άλλη μια φορά το πρόβλημα επικεντρώνεται στον, καθαρά εικαστικό, σκηνοθέτη Wes Anderson. Όσο ανεβαίνει ο προϋπολογισμός, οι ταινίες του τείνουν, πολύ επιτυχημένα, να μην έχουν μόνο χρώματα και ήχους, αλλά σχεδόν ψηλαφητές υφές, γεύσεις και μυρωδιές. Κάτι που ναι μεν τις κάνει πολύ θελκτικές, αλλά παράλληλα σε βάζει να αναρωτηθείς αν οι ίδιες οι ταινίες του Anderson δεν είναι τίποτε άλλο από ιδιότροπα προϊόντα πολυτελείας. Αυτό το συμπέρασμα είναι πιο εμφανές από πότε στο «Ξενοδοχείο Grand Budapest», μια ταινία σχεδιασμένη στη λεπτομέρεια, χωρίς όμως κανένα πραγματικό ανθρώπινο συναίσθημα.

Ακόμα ένας παράγοντας που μετατρέπει το «Ξενοδοχείο Grand Budapest» σε μια μικρής αξίας ταινία είναι το πολυπληθές all-star cast. Είτε σε μικρούς, είτε σε μεγάλους ρόλους, ο πραγματικά αξιομνημόνευτος θίασος από ηθοποιούς δίνει μεν τον καλύτερο του εαυτό και προσδίδει πόντους στην όποια απόλαυση της ταινίας, αλλά ακόμα και ηθοποιοί βεληνεκούς Harvey Keitel, Edward Norton και Tilda Swinton δεν καταφέρνουν ούτε στιγμή να σε πείσουν ότι η ύπαρξη τους δεν είναι τίποτε άλλο από διακοσμητική και ένα καθαρό μπόνους για το μάρκετινγκ της ταινίας.

Λυπάμαι λοιπόν που θα απογοητεύσω τους φαν του σκηνοθέτη, αλλά αυτό το σχολαστικά εξοπλισμένο κουκλόσπιτο, όσο τέλεια ερμηνευμένο κι αν είναι, δεν καταφέρνει τίποτε άλλο από το να σου πιστοποιήσει ότι ο Anderson μπορεί να είναι ένας μεγάλος σκηνοθέτης, δεν έχει κάνει όμως -σχεδόν- πότε μια πραγματικά μεγάλη ταινία.

Σχόλια

  1. Μάλλον μπερδεύεται τη λογοτεχνία με τον κινηματογράφο ή δεν ξέρετε τι είναι κινηματογράφος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται