Υπάρχουν franchise κινουμένων σχεδίων που το μόνο που κάνουν είναι να επαναδιατυπώνουν τα ίδια παλιά θέματα και gags σε όλες τις ταινίες και δικαίως χάνουν την άξια τους λόγω αυτής της επαναληπτικότητας. Σκεφτείτε το Σρεκ, το οποίο ξεκίνησε δυνατά, αλλά με κάθε συνέχεια το γκρινιάρικο τέρας και οι φίλοι του άρχισαν να γίνονται φτηνές παρωδίες του εαυτού τους. Υπάρχουν άλλα franchise που αναπτύσσονται από ταινία με ταινία, όπως η Εποχή των Παγετώνων, όπου έχουμε την ευκαιρία να πάμε σε ένα απίστευτα μεγάλο ταξίδι με τους χαρακτήρες να προσπαθούν να επιβιώσουν από κάθε αναπόφευκτη αλλαγή. Και τέλος υπάρχει το franchise των ταινιών Μαδαγασκάρη, όπου με το «Μαδαγασκάρη 3: Οι Φυγάδες της Ευρώπης» κλείνει με μοναδικό τρόπο την άνιση τριλογία και προσφέρει, προς έκπληξη όλων, πολλά περισσότερα από όσα περιμέναμε.
Αυτή η συνέχεια ξεκινά ακριβώς εκεί που σταμάτησε η δεύτερη. Τα ζώα από το «Central Park Zoo» είναι ακόμα στην Αφρική, αλλά τους πιάνει μια νοσταλγία για την πατρίδα και λαχταρούν για τις ζωές τους πίσω στη Νέα Υόρκη. Έτσι, καταστρώνουν ένα σχέδιο προκειμένου να ανασυνταχθούν με τους πιγκουίνους, οι οποίοι έχουν φύγει με μια ιπταμένη μηχανή μαζί με τους πιθήκους και βρίσκονται στο Μόντε Κάρλο, προσπαθώντας να τους υποχρεώσουν να γυρίσουν όλοι μαζί στη Νέα Υόρκη.
Όπως και ο προκάτοχός του, το «Μαδαγασκάρη 3» συνεχίζει την παράδοση του franchise και βασίζει τη ψυχαγωγική αξία του περισσότερο στις τρελές γελοιότητες των χαρακτήρων του. Παρόλα αυτά, όμως, είμαι μάλλον κάπως έκπληκτος από το αφηγηματικό βάθος του έργου, μιας και το σενάριο των Eric Damell και Noah Baumbach κατορθώνει με μεγάλη επιτυχία να στριμώξει πολλά μέσα στα 93 λεπτά που διαρκεί η ταινία, χωρίς ποτέ να χάνει την αξία της. Κατάφεραν να προσθέσουν ένα σωρό νέους χαρακτήρες, οι οποίοι όμως δεν υπάρχουν απλά για διασκέδαση, αλλά διαθέτουν αρκετό χρόνο στην οθόνη προκειμένου να μην σου δίνουν αυτή την αίσθηση του περιττού. Ενώ το πώς όλοι και όλα δένουν τόσο καλά μαζί, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μια πλήρης κωμωδίας που διαθέτει από εύστροφους και πνευματώδης διάλογους μέχρι σωματική σλάπστικ κωμωδία.
Η ιστορία είναι αρκετά διασκεδαστική, αφού τα ζώα ξεκινούν για ένα ταξίδι που περιλαμβάνει πολλή περιπέτεια, κίνδυνο κι αρκετή αγάπη. Φυσικά, η ιστορία έχει τα τυχαία σημεία της. Για παράδειγμα: τη μια στιγμή τα ζώα είναι στην Αφρική και την επόμενη στιγμή, με κάποιον τρόπο, καταλήγουν στην Ευρώπη. Αυτό, ωστόσο, δεν παίζει μεγάλο ρόλο στην αξία του έργου. Γιατί; Επειδή το φιλμ είναι κυρίως μια κινούμενων σχεδίων κωμωδία που υποτίθεται ότι θα σας κάνει να σκάσετε στα γέλια, κάτι που καταφέρνει πολύ καλά! Υπάρχει αφθονία χρωμάτων, σκηνών δράσης καθώς και τραγούδια που κυμαίνονται από ποπ επιτυχίες των 1990 μέχρι τη Katy Perry, ενώ θέματα της φιλίας, του να μένεις ενωμένος και ποτέ να μην το βάζεις κάτω, όσο τετριμμένα κι αν είναι, είναι θέματα που είναι καλό να υπάρχουν σε μια ταινία που σίγουρα απευθύνεται και σε μικρές ηλικίες.
Κάθε σκηνή έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε οι χαρακτήρες να είναι αγαπητοί στο κοινό. Και όλοι οι χαρακτήρες σε αυτή την ταινία είναι εξαιρετικοί. Η ύπαρξη του αρχικού καστ στις φωνές καταφέρνει να κρατήσει την αίσθηση των προηγούμενων ταινιών της σειράς, ενώ οι σημαντικότεροι νεοεισερχόμενοι χαρακτήρες είναι αυτοί που θα γίνουν οι νέοι αγαπημένοι του κοινού. Είτε πρόκειται για την τσίτα Gia, τον απότομο ρωσικό τίγρη Vitaly ή τον Stefano το θαλάσσιο λιοντάρι. Ο χαρακτήρας, δε, της Chantel DuBois είναι μια τεραστία προσθήκη στο έργο, δίνοντας στην ιστορία έναν λαμπρό κακό. Η Frances McDormand κάνει μια φανταστική δουλειά με τη φωνή και όποτε εμφανίζεται στην οθόνη, κλαις από τα γέλια.
Μοντέρνο και ξεκαρδιστικό, το «Μαδαγασκάρη 3» διαθέτει μια αναζωογονητική νέα ιστορία, ένα σωρό νέους χαρακτήρες και μπόλικη δόση 3D. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα δεδομένης της σπανιότητάς του στη βελτίωση των δυνατών σημείων των προκατόχων του, την εξεύρεση χώρου για να προσθέσει περισσότερους χαρακτήρες κι όχι καρικατούρες και γιατί απλά θα το ευχαριστηθείτε όσο λίγες ταινίες φέτος.
Αυτή η συνέχεια ξεκινά ακριβώς εκεί που σταμάτησε η δεύτερη. Τα ζώα από το «Central Park Zoo» είναι ακόμα στην Αφρική, αλλά τους πιάνει μια νοσταλγία για την πατρίδα και λαχταρούν για τις ζωές τους πίσω στη Νέα Υόρκη. Έτσι, καταστρώνουν ένα σχέδιο προκειμένου να ανασυνταχθούν με τους πιγκουίνους, οι οποίοι έχουν φύγει με μια ιπταμένη μηχανή μαζί με τους πιθήκους και βρίσκονται στο Μόντε Κάρλο, προσπαθώντας να τους υποχρεώσουν να γυρίσουν όλοι μαζί στη Νέα Υόρκη.
Όπως και ο προκάτοχός του, το «Μαδαγασκάρη 3» συνεχίζει την παράδοση του franchise και βασίζει τη ψυχαγωγική αξία του περισσότερο στις τρελές γελοιότητες των χαρακτήρων του. Παρόλα αυτά, όμως, είμαι μάλλον κάπως έκπληκτος από το αφηγηματικό βάθος του έργου, μιας και το σενάριο των Eric Damell και Noah Baumbach κατορθώνει με μεγάλη επιτυχία να στριμώξει πολλά μέσα στα 93 λεπτά που διαρκεί η ταινία, χωρίς ποτέ να χάνει την αξία της. Κατάφεραν να προσθέσουν ένα σωρό νέους χαρακτήρες, οι οποίοι όμως δεν υπάρχουν απλά για διασκέδαση, αλλά διαθέτουν αρκετό χρόνο στην οθόνη προκειμένου να μην σου δίνουν αυτή την αίσθηση του περιττού. Ενώ το πώς όλοι και όλα δένουν τόσο καλά μαζί, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μια πλήρης κωμωδίας που διαθέτει από εύστροφους και πνευματώδης διάλογους μέχρι σωματική σλάπστικ κωμωδία.
Η ιστορία είναι αρκετά διασκεδαστική, αφού τα ζώα ξεκινούν για ένα ταξίδι που περιλαμβάνει πολλή περιπέτεια, κίνδυνο κι αρκετή αγάπη. Φυσικά, η ιστορία έχει τα τυχαία σημεία της. Για παράδειγμα: τη μια στιγμή τα ζώα είναι στην Αφρική και την επόμενη στιγμή, με κάποιον τρόπο, καταλήγουν στην Ευρώπη. Αυτό, ωστόσο, δεν παίζει μεγάλο ρόλο στην αξία του έργου. Γιατί; Επειδή το φιλμ είναι κυρίως μια κινούμενων σχεδίων κωμωδία που υποτίθεται ότι θα σας κάνει να σκάσετε στα γέλια, κάτι που καταφέρνει πολύ καλά! Υπάρχει αφθονία χρωμάτων, σκηνών δράσης καθώς και τραγούδια που κυμαίνονται από ποπ επιτυχίες των 1990 μέχρι τη Katy Perry, ενώ θέματα της φιλίας, του να μένεις ενωμένος και ποτέ να μην το βάζεις κάτω, όσο τετριμμένα κι αν είναι, είναι θέματα που είναι καλό να υπάρχουν σε μια ταινία που σίγουρα απευθύνεται και σε μικρές ηλικίες.
Κάθε σκηνή έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε οι χαρακτήρες να είναι αγαπητοί στο κοινό. Και όλοι οι χαρακτήρες σε αυτή την ταινία είναι εξαιρετικοί. Η ύπαρξη του αρχικού καστ στις φωνές καταφέρνει να κρατήσει την αίσθηση των προηγούμενων ταινιών της σειράς, ενώ οι σημαντικότεροι νεοεισερχόμενοι χαρακτήρες είναι αυτοί που θα γίνουν οι νέοι αγαπημένοι του κοινού. Είτε πρόκειται για την τσίτα Gia, τον απότομο ρωσικό τίγρη Vitaly ή τον Stefano το θαλάσσιο λιοντάρι. Ο χαρακτήρας, δε, της Chantel DuBois είναι μια τεραστία προσθήκη στο έργο, δίνοντας στην ιστορία έναν λαμπρό κακό. Η Frances McDormand κάνει μια φανταστική δουλειά με τη φωνή και όποτε εμφανίζεται στην οθόνη, κλαις από τα γέλια.
Μοντέρνο και ξεκαρδιστικό, το «Μαδαγασκάρη 3» διαθέτει μια αναζωογονητική νέα ιστορία, ένα σωρό νέους χαρακτήρες και μπόλικη δόση 3D. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα δεδομένης της σπανιότητάς του στη βελτίωση των δυνατών σημείων των προκατόχων του, την εξεύρεση χώρου για να προσθέσει περισσότερους χαρακτήρες κι όχι καρικατούρες και γιατί απλά θα το ευχαριστηθείτε όσο λίγες ταινίες φέτος.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου