Στη δεκαετία του 1930, το στούντιο της Universal απέκτησε ένα σοβαρό πρόβλημα. Ο βωβός κινηματογράφος έγινε ομιλών και παρά κάποια πολύ επιτυχημένα έργα όπως το «Ουδέν Νεότερο από το Δυτικό Μέτωπο», συχνά η αμερικανική εταιρεία παραγωγής ταινιών κατέγραφε ζημιές. Ποιος ξέρει αν το στούντιο θα είχε επιζήσει αυτή τη φάση, αν δεν υπήρχαν οι «ταινίες με τέρατα». Το 1931, ο «Δράκουλας» του Τοντ Μπράουνινγκ άνοιξε τον χορό μιας φτηνά παραγόμενης, αλλά χάρη στο ταλαντούχο προσωπικό μπροστά και πίσω από την κάμερα, υψηλής ποιότητας σειράς ταινιών τρόμου. «Φρανκενστάιν», «Ο Αόρατος Άνθρωπος», «Ο Λύκος του Λονδίνου» αλλά και «Η Μούμια» αποτέλεσαν μέρη αυτού του επαναστατικού κινηματογραφικού σύμπαντος, το οποίο δεν χαρακτηριζόταν από μια εσωτερική συνέχεια όπως την ξέρουμε σήμερα από το Marvel Cinematic Universe. Ακόμα και σήμερα, οι συγκεκριμένες ταινίες αποτελούν σημεία αναφοράς για όλους τους σινεφίλ αποδεικνύοντας ακόμα και στις μέρες μας πόσο δημιουργικά και χαρισματικά μπορεί κάποιος να φέρει τα πλάσματα του σκότους στη ζωή. Αυτή η σύντομη εκδρομή στις πρώτες μέρες της ιστορίας του κινηματογράφου είναι φυσικά περιττή για την κατανόηση της ήδη δεύτερης επανεκκίνησης της «Μούμιας». Ωστόσο, το δεύτερο σκηνοθετικό έργο του Άλεξ Κούρτζμαν είναι τόσο ανεμπόδιστο στις προθέσεις του, που θεώρησα ότι χρειάζεται να αντιπαραβάλλω τη συναρπαστική προέλευση αυτού του μυθικού τέρατος.
Εν έτει 2017, η Universal συνειδητοποίησε ότι τα δισεκατομμύρια που βγάζει από το franchise του «Fast and Furious» δεν είναι αρκετά. Οπότε, εκμεταλλευομένη τους σημερινούς μηχανισμούς της αγοράς, σκέφτηκε να δημιουργήσει το Dark Universe: το κοινό σύμπαν των reboot εκδόσεων των αρχικών Universal Monsters. Ωραία σκέφτηκαν οι ιθύνοντες, έχουμε την ιδέα, ας την υλοποιήσουμε. Πιθανότατα μετά από κλήρωση, το τέρας της μούμιας αποφασίστηκε να κάνει ποδαρικό στο σύμπαν. Ξεκινώντας με το απόφθεγμα «Ο θάνατος δεν είναι παρά μια πόρτα για τη νέα ζωή» αντιλαμβανόμαστε αμέσως ότι ο θάνατος θα αποτελέσει το κεντρικό κίνητρο αναφοράς όχι μόνο για αυτή την ταινία, αλλά για ολόκληρο το σύμπαν που πάει να χτιστεί. Και όμως ο ίδιος ο θάνατος -ως εξαφάνιση, αλλά κι ένα ανεπανόρθωτο αδίκημα της ανθρώπινης ύπαρξης- δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα εδώ, δεν διερευνάται περαιτέρω, και το χειρότερο δεν συλλαμβάνεται σε εικόνες. Τα πολλά νεκρικά όντα δεν είναι παρά μια αόριστα απειλητική ορδή. Τα παραμορφωμένα πρόσωπα αλλά και τα σάπια υπολείμματα της προηγούμενης ζωής δεν δίνουν ποτέ στη «Μούμια» τη σκοτεινή οπτική γοητεία αυτού του είδους. Η ταινία απελευθερώνεται εντελώς από οποιαδήποτε νοσηρότητα, παρόλο που η συναισθηματική δυναμική της διακατέχεται από μια πενιχρή εμμονή του θανάτου. Και αυτό που μένει δεν είναι τίποτε άλλο από το αναμενόμενο.
Τουλάχιστον τυπικά, το έργο λειτουργεί σαν μια καλά λαδωμένη μηχανή. Ο Τομ Κρουζ είναι πρωταγωνιστής απλά γιατί τα σπάει τα τελευταία χρόνια και κάνει και μόνος του τις επικίνδυνες σκηνές, άρα το στούντιο θα δημοσιεύσει καμιά δεκαριά κείμενα για προώθηση στον τύπο. Δίπλα κάνα δυο κουκλάρες που τα λένε δεν τα λένε. Ξανά μετά το «Jurassic World», υπάρχει o Τζέικ Τζόνσον ως το ανάλαφρο κωμικό στοιχείο του έργου. Κάθε δέκα λεπτά ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με μάχες και σκηνές κυνηγητών σε αεροπλάνα, υποβρυχίως, σε δρόμους και ούτω καθεξής. Και φυσικά μην ξεχνάμε την αγάπη, εδώ στη χειρότερη μορφή της. Είναι ήδη ειρωνικό το γεγονός ότι το «Dracula Untold», το οποίο επίσης στερείται ποιότητας αλλά ήταν πολύ πιο πρωτότυπο και διασκεδαστικό, απορρίφθηκε ως αφετηρία του «Dark Universe», μόνο για να ανοίξει το σύμπαν με μια τυποποιημένη ταινία όπως αυτή. Στην ουσία, τούτη εδώ η «Μούμια», με την πολύ προφανή απόπειρα να προσφέρει όσο το δυνατόν περισσότερο σε κάθε θεατή, δεν είναι τίποτε άλλο από ένα παράδειγμα της αιώνιας αναζήτησης του Χόλιγουντ για την κότα με τα χρυσά αυγά. Θέλω να πιστεύω ότι λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο, αφού αυτές οι προχειρότητες δεν δικαιολογούνται πλέον.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου