Ο κόσμος έχει αλλάξει από την τελευταία φορά που είδαμε την Μπρίτζετ Τζόουνς το 2004. Στις μέρες μας υπάρχουν εφαρμογές για online φλερτ, το facebook μετρά πάνω από ένα δισεκατομμύριο ενεργούς χρήστες, τα συναισθήματα μας πλέον εκφράζονται μέσω emoji και κάθε λεπτό της ζωής μας ανεβεί στα διάφορα social media. Πώς θα μπορούσε λοιπόν η -γεμάτη ατέλειες και εμμονές- Μπρίτζετ Τζόουνς να αποτελέσει ξανά μέρος του κυνικού μας κόσμου; Πολύ εύκολα όπως αποδεικνύεται κρίνοντας από το «Μωρό της Μπρίτζετ Τζόουνς», το οποίο βγαίνει στις αίθουσες δώδεκα χρόνια μετά το «Bridget Jones: Η Επόμενη Σελίδα».
Χωρίς να αποτελεί μεταφορά του τρίτου μυθιστορήματος της σειράς και βασισμένο κυρίως στην ανεξάρτητη στήλη που διατηρούσε η Έλεν Φίλντινγκ, το τρίτο μέρος βρίσκει την -43ών ετών πλέον- Τζόουνς εργένισσα και έγκυο, χωρίς να γνωρίζει ποιος είναι ο πατέρας. Από την μια, ο παλιός έρωτας της, Μαρκ Ντάρσι (ο Κόλιν Φερθ επιστρέφει σε έναν από τους πιο επιτυχημένους ρόλους της καριέρας του), και από την άλλη το νέο πρόσωπο στην εξίσωση, ο Τζακ Κουάντ (Πάτρικ Ντέμπσι), με τον οποίο η Μπρίτζετ ενθουσιάζεται. Με την ηρωίδα να βρίσκεται σε ένα τρομερό δίλημμα, αστεία ατοπήματα, πονηρά σεξουαλικά πειράγματα, γλυκανάλατες απεικονίσεις του Λονδίνου, αλλά κι ένα αμείλικτα συναισθηματικό μουσικό σκορ δίνουν το παρόν σε μεγάλο και απολαυστικό βαθμό.
Χάρη στο υπέροχα γραμμένο από τους Έλεν Φίλντινγκ, Νταν Μέιζερ και Έμα Τόμσον σενάριο, οι προσφιλείς χαρακτήρες παραμένουν άθικτοι, ενώ το χιούμορ παραμένει ζωηρό, πνευματώδες, συναισθηματικό και, ως δια μαγείας, σχετικό με το τώρα. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως γιατί οι σεναριογράφοι δεν χάνουν ποτέ τη στοργική μάτια απέναντι στον πυρήνα του κεντρικού χαρακτήρα δίνοντας παράλληλα χώρο και στη μεγαλύτερη γυναικεία εμπειρία. Έτσι, η σωματική κωμωδία που υπάρχει κυρίως στον φιλικό αγώνα μεταξύ των δυο ανδρών εναρμονίζεται άψογα με αστεία για τον τοκετό, το φύλο, την ανατροφή των παιδιών. Με το σκηνοθετικό χέρι της Σάρον Μαγκουάιρ να διασφαλίζει ότι τα νήματα της αυθεντικότητας και της συνέχειας είναι υφασμένα σωστά από την αρχή μέχρι το τέλος, αυτό το σίκουελ αποδεικνύεται πολύ πιο αστείο και καλύτερο από όσα θα περίμενε κανείς να είναι.
Φυσικά, μεγάλο μέρος της γοητείας της Μπρίτζετ οφείλονταν στην υποψήφια για Όσκαρ ερμηνεία της Ρενέ Ζελβέγκερ. Και ως ένα βαθμό μπορούμε να πούμε ότι η συγκεκριμένη ταινία δεν είναι απλά μια επιστροφή του χαρακτήρα στο σελιλόιντ, αλλά και της ίδια της ηθοποιού. Απουσιάζοντας από το φως της δημοσιότητας για αρκετά χρόνια, καθίσταται σαφές από το πρώτο κιόλας λεπτό ότι είναι μια εξαιρετική ηθοποιός με εξίσου εξαιρετικό κωμικό τάιμινγκ. Δίπλα της, τόσο ο Φερθ όσο κι ο Ντέμπσι ερμηνεύουν θαυμάσιο τους ρόλους τους, με τον πρώτο να ξεχωρίζει χάρη στην κοινωνική αμηχανία που ήταν πάντα στον πυρήνα του Ντάρσι. Ενώ, τέλος, η Έμα Τόμσον ως η καυστική γυναικολόγος της Μπρίτζετ είναι όπως πάντα θεϊκή.
Το μόνο μελανό σημείο σε αυτό το υπέροχο γλύκισμα είναι ένα πολύ τακτοποιημένο, παραδοσιακό τελείωμα που δεν μοιάζει αρκετά γενναίο ή μοντέρνο για τη δεσποινίδα Τζόουνς. Πέρα από αυτό, το «Μωρό της Μπρίτζετ Τζόουνς» αποτελεί μια χαρούμενη και κεφάτη feelgood ταινία που καταφέρνει να είναι τόσο νοσταλγική όσο και προοδευτική, μεταφέροντας για ακόμα μία φορά άψογα την ψυχοσύνθεση μιας γυναίκας που το όνειρό της να γίνει μάνα παίρνει σάρκα κι οστά.
Χωρίς να αποτελεί μεταφορά του τρίτου μυθιστορήματος της σειράς και βασισμένο κυρίως στην ανεξάρτητη στήλη που διατηρούσε η Έλεν Φίλντινγκ, το τρίτο μέρος βρίσκει την -43ών ετών πλέον- Τζόουνς εργένισσα και έγκυο, χωρίς να γνωρίζει ποιος είναι ο πατέρας. Από την μια, ο παλιός έρωτας της, Μαρκ Ντάρσι (ο Κόλιν Φερθ επιστρέφει σε έναν από τους πιο επιτυχημένους ρόλους της καριέρας του), και από την άλλη το νέο πρόσωπο στην εξίσωση, ο Τζακ Κουάντ (Πάτρικ Ντέμπσι), με τον οποίο η Μπρίτζετ ενθουσιάζεται. Με την ηρωίδα να βρίσκεται σε ένα τρομερό δίλημμα, αστεία ατοπήματα, πονηρά σεξουαλικά πειράγματα, γλυκανάλατες απεικονίσεις του Λονδίνου, αλλά κι ένα αμείλικτα συναισθηματικό μουσικό σκορ δίνουν το παρόν σε μεγάλο και απολαυστικό βαθμό.
Χάρη στο υπέροχα γραμμένο από τους Έλεν Φίλντινγκ, Νταν Μέιζερ και Έμα Τόμσον σενάριο, οι προσφιλείς χαρακτήρες παραμένουν άθικτοι, ενώ το χιούμορ παραμένει ζωηρό, πνευματώδες, συναισθηματικό και, ως δια μαγείας, σχετικό με το τώρα. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως γιατί οι σεναριογράφοι δεν χάνουν ποτέ τη στοργική μάτια απέναντι στον πυρήνα του κεντρικού χαρακτήρα δίνοντας παράλληλα χώρο και στη μεγαλύτερη γυναικεία εμπειρία. Έτσι, η σωματική κωμωδία που υπάρχει κυρίως στον φιλικό αγώνα μεταξύ των δυο ανδρών εναρμονίζεται άψογα με αστεία για τον τοκετό, το φύλο, την ανατροφή των παιδιών. Με το σκηνοθετικό χέρι της Σάρον Μαγκουάιρ να διασφαλίζει ότι τα νήματα της αυθεντικότητας και της συνέχειας είναι υφασμένα σωστά από την αρχή μέχρι το τέλος, αυτό το σίκουελ αποδεικνύεται πολύ πιο αστείο και καλύτερο από όσα θα περίμενε κανείς να είναι.
Φυσικά, μεγάλο μέρος της γοητείας της Μπρίτζετ οφείλονταν στην υποψήφια για Όσκαρ ερμηνεία της Ρενέ Ζελβέγκερ. Και ως ένα βαθμό μπορούμε να πούμε ότι η συγκεκριμένη ταινία δεν είναι απλά μια επιστροφή του χαρακτήρα στο σελιλόιντ, αλλά και της ίδια της ηθοποιού. Απουσιάζοντας από το φως της δημοσιότητας για αρκετά χρόνια, καθίσταται σαφές από το πρώτο κιόλας λεπτό ότι είναι μια εξαιρετική ηθοποιός με εξίσου εξαιρετικό κωμικό τάιμινγκ. Δίπλα της, τόσο ο Φερθ όσο κι ο Ντέμπσι ερμηνεύουν θαυμάσιο τους ρόλους τους, με τον πρώτο να ξεχωρίζει χάρη στην κοινωνική αμηχανία που ήταν πάντα στον πυρήνα του Ντάρσι. Ενώ, τέλος, η Έμα Τόμσον ως η καυστική γυναικολόγος της Μπρίτζετ είναι όπως πάντα θεϊκή.
Το μόνο μελανό σημείο σε αυτό το υπέροχο γλύκισμα είναι ένα πολύ τακτοποιημένο, παραδοσιακό τελείωμα που δεν μοιάζει αρκετά γενναίο ή μοντέρνο για τη δεσποινίδα Τζόουνς. Πέρα από αυτό, το «Μωρό της Μπρίτζετ Τζόουνς» αποτελεί μια χαρούμενη και κεφάτη feelgood ταινία που καταφέρνει να είναι τόσο νοσταλγική όσο και προοδευτική, μεταφέροντας για ακόμα μία φορά άψογα την ψυχοσύνθεση μιας γυναίκας που το όνειρό της να γίνει μάνα παίρνει σάρκα κι οστά.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου