Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Mad Max: Fury Road [4/5]

Και εκεί που νομίζαμε ότι η μανία του Χόλιγουντ με τα sequel/reboot έχει φθαρεί καταντώντας κάτι το άχρηστο, έρχεται μια ταινία να μας υπενθυμίσει ότι, μερικές φορές, μία ακόμα επίσκεψη σε έναν κινηματογραφικό κόσμο δεν είναι άσχημη. Αυτή είναι σίγουρα η περίπτωση για το «Mad Max: Ο Δρόμος της Οργής», το τέταρτο κατά σειρά «Mad Max» και το πρώτο μετά το «Μαντ Μαξ: Απόδραση από το Βασίλειο του Κεραυνού» του 1985.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η τέταρτη συνέχεια της σειράς «Mad Max» επρόκειτο να ξεκινήσει την παραγωγή της το 2001. Μια σειρά γεγονότων, όπως οι οικονομικές δυσκολίες μετά την 11η Σεπτεμβρίου, αλλά και το ζήτημα της ασφάλειας των γυρισμάτων στη Ναμίμπια, έφεραν ως αποτέλεσμα το έργο να ξεκινήσει τα γυρίσματα τον Ιούλιο του 2012. Τέτοια ταραγμένη ιστορία παραγωγής αποτελεί συχνά μια καταστροφική για το έργο φήμη, αλλά ευτυχώς το «Mad Max: Ο Δρόμος της Οργής» ανταποκρίνεται και με το παραπάνω στο hype του. Οι λόγοι πολλοί…

Πρώτος ο George Miller. Αφού πέρασε τις τελευταίες δεκαετίες στην παραγωγή και στη σκηνοθεσία ταινιών όπως το «Μπέιμπ: Το Μικρό Γουρουνάκι στη Μεγάλη Πόλη» και το «Happy Feet», πρέπει να παραδεχτούμε ότι είναι ωραίο να τον βλέπεις να επιστρέφει στις ρίζες του, σκηνοθετώντας ακόμα μια ταινία «Mad Max». Μπορεί να έχουν περάσει 30 χρόνια και ο Mel Gibson να μην παίζει πλέον τον οδηγό πολεμιστή, η επιδεξιότητα και η τεχνική εμπειρογνωμοσύνη του Miller όμως σε αυτό το είδος μετα-αποκαλυπτικής δράσης δεν έχει σκουριάσει. Αντ` αυτού, καλύτερος από ποτέ, αποδεικνύει ότι εξακολουθεί να είναι από τους κορυφαίους σκηνοθέτες δράσης, κάνοντας τους περισσότερους ομοϊδεάτες δημιουργούς της σημερινής γενιάς να ντρέπονται. Χάρη στην επιμονή του να κινηματογραφεί τις σκηνές δράσης όσο πιο πρακτικά γίνεται με όσο το δυνατόν περισσότερα stunt κι αληθινές τοποθεσίες, δημιουργεί, μαζί με τον βοηθό σκηνοθέτη και υπεύθυνο συντονιστή των κασκαντέρ Guy Norris, μια εκπληκτική κινηματογραφική ταινία, όπου η δράση πραγματικά αποδίδει.

Συνεχίζοντας, τα σχεδιαστικά στοιχεία σε όλους τους τομείς είναι καταπληκτικά: τελεία και παύλα. Ένας ολόκληρος κόσμος έχει δημιουργηθεί για την απόλαυση μας. Τα σκηνικά, το μακιγιάζ, η σωστή χρήση του CGI, όλα εξυπηρετούν ένα μεγαλύτερο όραμα με λεπτομέρεια κι ακρίβεια. Ξεχωριστή αναφορά πρέπει να γίνει στα κοστούμια της Jenny Beavan, μια και κάθε χαρακτήρας ορίζεται ολοκληρωτικά από ό,τι αυτός ή αυτή φοράει. Όπως επίσης και στην επική φωτογραφία του John Seale, του οποίου η διακριτική χρήση του πορτοκαλί και τιρκουάζ χρώματος κατά τη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας είναι μαγευτική. Ενώ, τέλος, η μουσική του Junkie XL ταιριάζει απόλυτα με την ένταση της ταινίας.

Φυσικά, ένας τεράστιος λόγος επιτυχίας του έργου είναι και οι ηθοποιοί του. Ως ο νέος Max Rockatansky, ο Tom Hardy διαθέτει το μείγμα γοητείας κι άγριων χαρακτηριστικών που ταιριάζουν στον χαρακτήρα. Αν και υπο-χρησιμοποιημένος στο φιλμ, δίνει τον καλύτερο του εαυτό και ανταπεξέρχεται άψογα στον σωματικά απαιτητικό ρόλο του. Δίπλα του η Charlize Theron ως Furiosa. Για δεύτερη φορά, ο Miller καταφέρνει και δημιουργεί με επιτυχία έναν ισχυρό γυναικείο χαρακτήρα, με τη Theron να τον αποδίδει με τη κατάλληλη ποσότητα τσαγανού και ωμής συγκίνησης. Είναι τόσο εξαιρετική η ερμηνεία της που κοντράρει επάξια την Ellen Ripley της Sigourney Weaver και τη Sarah Connor της Linda Hamilton. Ο Hugh Keays-Byrne δεσπόζει σχεδόν σε κάθε σκηνή που εμφανίζεται. Ο Nicholas Hoult είναι πολύ καλός και καθώς η ιστορία του εξελίσσεται, καταφέρνει και σε κερδίζει όλο και περισσότερο. Ενώ, τέλος, ο Miller διασφαλίζει ότι τα τέσσερα μοντέλα που μετατράπηκαν σε ηθοποιούς (Rosie Huntington-Whiteley, Zoe Kravitz, Riley Keough, Abbey Lee και Megan Gale) λάμπουν αξιοθαύμαστα με αξιόλογες προσωπικότητες.

Στο σύνολο του, λοιπόν, ο «Δρόμος της Οργής» του Miller τα έχει όλα στην καλύτερη εκδοχή τους. Αφήστε τους «Avengers» και τους «Furious» στην άκρη και κάντε χώρο για μια τολμηρή κι οπτικά εντυπωσιακή περιπέτεια βίας και χάους που απαιτεί πολλαπλές προβολές για να απορροφήσει κανείς όλα όσα συμβαίνουν στις γεμάτες, αλλά ποτέ υπερπλήρεις δύο ώρες διάρκειας της.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται