Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

The Zero Theorem [2.5/5]

Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο Terry Gilliam έκανε μια αναμφισβήτητα καλή ταινία. Παιγμένη στο διαγωνιστικό κομμάτι του φετινού φεστιβάλ της Βενετίας, η πρώτη ταινία του Gilliam μετά το «Ο Φανταστικός Κόσμος του Δρ. Παρνάσους» του 2009 έχει ως πρωταγωνιστή τον πάντα εξαιρετικό Christoph Waltz σε μια συνεργασία που μοιάζει σαν κινηματογραφικός χρυσός, αλλά, δυστυχώς, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα ενδιαφέρον μεν, αλλά κακοσχεδιασμένο χάος. Το έργο θέλει τον πρωταγωνιστή Qohen Leth (Christoph Waltz) να βρίσκεται σε ένα ρετρό-φουτουριστικό, έντονα χρωματιστό και παράξενα οπτικό Λονδίνο, όπου εκεί περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του περιμένοντας ένα τηλεφώνημα, το οποίο θα του εξηγήσει το νόημα της ζωής.

Όπως είναι προφανές από αυτή τη σύντομη σύνοψη, ο οποιοσδήποτε με ελάχιστη αδυναμία στο έργο του Gilliam θα βρει πολλά να του αρέσουν εδώ. Από την αρχή, η ζωντάνια του στυλ του σκηνοθέτη σάς χτυπά στο μάτι. Δεν μιλάμε για ακόμα ένα συμβατικά κομψό όραμα για το μέλλον, αλλά για το όραμα; του Gilliam, όπου ο καθένας φαίνεται να είναι ξεχωριστή οντότητα, αλλά παράλληλα υπακούει στα πρότυπα συμπεριφοράς που υπαγορεύονται επάνω του. Ένα μέλλον που απεικονίζει έναν κόσμο ανθρώπων που σπάνια κοιτάζει προς τα πάνω, φορά περίεργες στολές και ζει σε μια πόλη με συνεχή θόρυβο. Πολλά θα σας φανούν γνώριμα αν έχετε παρακολουθήσει το «Μπραζίλ» και ακόμα περισσότερα αποτελούν έναν συνδυασμό από τις προηγούμενες ταινίες του (κάτι μεταξύ «Μπλέηντ Ράνερ» και «Idiocracy»), αλλά ακόμα και έτσι υπάρχει μια ζωντανή φαντασία πίσω από όλα αυτά. Ο Gilliam, στην προσπάθεια του να επιδείξει ένα χαοτικό μέλλον που δεν είναι καθόλου ευχάριστο, ίσως προκαλέσει τη δυσαρέσκεια μερικών, άλλα ειδικά στο πρώτο μισό διαθέτει πολλές έξυπνες σατιρικές νύξεις, από την «Εκκλησία του Batman» μέχρι τα κουτιά πίτσας που τραγουδάνε, που σαν σύνολο μετατρέπουν το φιλμ σε μια άκρως ενδιαφέρουσα οπτικά ταινία.

Σε αντίθεση με το συντριπτικό οπτικό στυλ, το αφηγηματικό κομμάτι της ταινίας του Gilliam είναι επίπεδο. Δεδομένου ότι το «Θεώρημα Μηδέν» έχει ως κεντρικό του πρόσωπο τον Qohen και την αναζήτηση του για τον σκοπό της ζωής, είναι πολύ λίγα τα πράγματα που τελικά καταφέρνουν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του θεατή. Όλες οι μικρές λεπτομέρειες του Gilliam είναι διασκεδαστικές και υπάρχουν και κάποιες ωραίες στιγμές, αλλά η ίδια η πραγματική ιστορία δεν είναι ποτέ συναρπαστική. Είναι δε πολύ αστείο, να αποφασίζεις να γυρίσεις μια ταινία που θα ασχολείται με ανεξήγητα θέματα όπως το νόημα της ζωής, και η ταινία αυτή να μην καταφέρνει τίποτα άλλο από το να αναμασάει την πλέον κουραστική θέση που μας θέλει να ζούμε σε μια κοινωνία που έχει μεγάλη εμμονή με την τεχνολογία, κάτι που μας αποτρέπει από το να απολαύσουμε τη ζωή μας και να ακολουθήσουμε τα όνειρά μας. Τίποτα το φρέσκο, λοιπόν!

Ερμηνευτικά, ο Christoph Waltz είναι θαυμάσιος στον κεντρικό ρόλο. Ενσαρκώνει με ακρίβεια την σύγχυση του χαρακτήρα του Qohen. Η Melanie Thierry είναι συμπαθέστατη ως φουτουριστική πόρνη που αρνείται να κάνει σεξ, η Tilda Swinton είναι σταθερή υποκριτική άξια σε οποιοδήποτε ρόλο, σε οποιαδήποτε ταινία, ο Lucas Hedges είναι αξιοπρεπέστατος ως ένα αγόρι ιδιοφυΐα, ενώ τέλος ο Matt Damon κλέβει την παράσταση και σαν παρουσία και σαν ερμηνεία.

Δύσκολα βαθμολογήσιμο, το «Θεώρημα Μηδέν» είναι ένα γεμάτο με ιδέες, εύκολο στο μάτι κι όχι ιδιαίτερα βαρετό έργο, που όμως το σποραδικά ενδιαφέρον σενάριο και το παλιομοδίτικο μήνυμά του το μετατρέπουν σε μια ταινία με πολλές συμπτωματικές απολαύσεις, αλλά λίγη ουσία. Ή αλλιώς, μια άνευ ιδιαίτερων αξιώσεων ταινία από έναν θρυλικό σκηνοθέτη. Κρίμα!

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται