Με κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης, που διαδραματίζεται τον 16ο αιώνα την εποχή της φεουδαρχίας, τον Michael Kohlhaas, έναν έμπορο αλόγων που αναζητά το δίκιο του, η ταινία του Arnaud des Pallieres έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας σπουδαίας ταινίας, δυστυχώς όμως στην πορεία κάπου το χάνει.
Βασισμένη σε μια νουβέλα του 1808, γραμμένη από τον Γερμανό συγγραφέα Heinrich von Kleist, η ταινία είναι σίγουρο πως θα δοκιμάσει την υπομονή μερικών. Αναπτυσσόμενο ως μια ιστορία εξέγερσης σε στυλ Braveheart, η ταινία υπόσχεται μάχες κι έναν αγώνα για τη δικαιοσύνη με κάθε κόστος, αλλά, αντίθετα, μοιάζει να παίρνει τον εαυτό της πολύ στα σοβαρά και αναλώνεται σε ομιλίες και βαρύγδουπες σκηνές. Η ύπαρξη και κυρίως η διατήρηση ενός υπερβολικά σοβαρού ύφους οδηγεί τον Pallieres σε έναν πολύ μετρημένο σκηνοθετικό ρυθμό και μια σκληρή αισθητική, με αποτέλεσμα τη μείωση του δραματικού κινήτρου που υπάρχει εγγενώς μέσα στην ιστορία και την ωθεί.
Χάρη στη μη αλλαγή του τόνου, η μεγάλη διάρκεια του έργου δεν μπορεί να στηρίξει μια τέτοια έλλειψη ουσιαστικής δράσης, έχοντας ως συνέπεια οι σκηνές που λειτουργούν και σε κρατούν σε εγρήγορση να αναδεικνύουν τελικά τη μονοτονία του όλου εγχειρήματος. Ακόμη και η παρουσία ενός αξιοσέβαστου ηθοποιού στον κεντρικό ρόλο αποτυγχάνει να ανυψώσει αυτό το, αγωνιζόμενο για να σου προκαλέσει το ενδιαφέρον, δράμα εκδίκησης. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι ο Δανός Mads Mikkelsen είναι κακός, το εντελώς αντίθετο μάλιστα, αφού καταφέρνει και παρέχει σε μια χούφτα βασικές σκηνές την απαραίτητη βαρύτητα που χρειάζονται.
Πατώντας, λοιπόν, πάνω σε μια ευρύτερη δραματική πλοκή και διαθέτοντας πολυσύνθετα μηνύματα για το άδικο, την εκδίκηση, την εξουσία, την ηθική και ούτω καθεξής, η ταινία του Arnaud des Pallieres δεν αναφλέγεται ποτέ. Καλά τα μηνύματα και η ουσία, αλλά όταν κάθε σκηνή είναι τόσο βαριά όσο η προηγούμενη, η πλήξη είναι το συναίσθημα που σε διακατέχει.
Βασισμένη σε μια νουβέλα του 1808, γραμμένη από τον Γερμανό συγγραφέα Heinrich von Kleist, η ταινία είναι σίγουρο πως θα δοκιμάσει την υπομονή μερικών. Αναπτυσσόμενο ως μια ιστορία εξέγερσης σε στυλ Braveheart, η ταινία υπόσχεται μάχες κι έναν αγώνα για τη δικαιοσύνη με κάθε κόστος, αλλά, αντίθετα, μοιάζει να παίρνει τον εαυτό της πολύ στα σοβαρά και αναλώνεται σε ομιλίες και βαρύγδουπες σκηνές. Η ύπαρξη και κυρίως η διατήρηση ενός υπερβολικά σοβαρού ύφους οδηγεί τον Pallieres σε έναν πολύ μετρημένο σκηνοθετικό ρυθμό και μια σκληρή αισθητική, με αποτέλεσμα τη μείωση του δραματικού κινήτρου που υπάρχει εγγενώς μέσα στην ιστορία και την ωθεί.
Χάρη στη μη αλλαγή του τόνου, η μεγάλη διάρκεια του έργου δεν μπορεί να στηρίξει μια τέτοια έλλειψη ουσιαστικής δράσης, έχοντας ως συνέπεια οι σκηνές που λειτουργούν και σε κρατούν σε εγρήγορση να αναδεικνύουν τελικά τη μονοτονία του όλου εγχειρήματος. Ακόμη και η παρουσία ενός αξιοσέβαστου ηθοποιού στον κεντρικό ρόλο αποτυγχάνει να ανυψώσει αυτό το, αγωνιζόμενο για να σου προκαλέσει το ενδιαφέρον, δράμα εκδίκησης. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι ο Δανός Mads Mikkelsen είναι κακός, το εντελώς αντίθετο μάλιστα, αφού καταφέρνει και παρέχει σε μια χούφτα βασικές σκηνές την απαραίτητη βαρύτητα που χρειάζονται.
Πατώντας, λοιπόν, πάνω σε μια ευρύτερη δραματική πλοκή και διαθέτοντας πολυσύνθετα μηνύματα για το άδικο, την εκδίκηση, την εξουσία, την ηθική και ούτω καθεξής, η ταινία του Arnaud des Pallieres δεν αναφλέγεται ποτέ. Καλά τα μηνύματα και η ουσία, αλλά όταν κάθε σκηνή είναι τόσο βαριά όσο η προηγούμενη, η πλήξη είναι το συναίσθημα που σε διακατέχει.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου