Βασισμένο στο πρώτο βιβλίο της σειράς «Τα Χρονικά του Ευλογημένου Λιθαριού» του Joseph Delaney με τίτλο «Ο Μαθητευόμενος του Σπουκ», το «Έβδομος Γιος» δεν ξεφεύγει από τα δεδομένα της νέας κινηματογραφικής γενιάς που διψά για ιστορίες με δράκουλες, υπερήρωες και ούτω καθεξής. Αν και δεν έχω διαβάσει το βιβλίο, διαβάζοντας στη σύνοψη της ταινίας τις φράσεις «πόλεμος μεταξύ του υπερφυσικού και των ανθρώπων» και «ο έβδομος γιος ενός έβδομου γιου στέλνεται για να μαθητεύσει πλάι στον Σπουκ (!!) της περιοχής», καταλαβαίνεις αμέσως τι πρόκειται να δεις.
Ακόμη και η εντυπωσιακή συγγραφική ομάδα (Matt Greenberg, Charles Leavitt, Steven Knight) δεν καταφέρνει να ξεφύγει από κανένα κλισέ του είδους δημιουργώντας μια παραφουσκωμένη με εφέ περιπέτεια φαντασίας. όπου πολλά γίνονται, αλλά χωρίς καμία ουσία. Γεμάτη κλισέ, μάχες και σκηνές χωρίς νόημα, το έργο του Sergey Bodrov δεν καταφέρνει να είναι τίποτα άλλο από ένα ακόμα «ήλθον, τσέπωσον και απήλθον» κατασκεύασμα της Universal που μάλλον μας περνάει για χαζούς. Δεν εξηγείται διαφορετικά! Μιλάμε για μια ταινία οπού ο πρωταγωνιστής έχει παράξενα οράματα πραγμάτων που θα γίνουν στο μέλλον, δοσμένα μέσα από θολά μοντάζ, τα οποία εισάγονται αμήχανα στην ταινία απλά για να ξεχαστούν ολωσδιόλου στο τέλος. Για ένα έργο που ο κόσμος καταστρέφεται, αλλά οι δυο νεαροί πρωταγωνιστές, με άτσαλα εμβόλιμες σκηνές, αγωνίζονται να δημιουργηθεί το απαραίτητο συναίσθημα που θα μας κάνει να ενδιαφερθούμε για αυτούς. Κι αυτά είναι το ελάχιστο σε σχέση με την υπόλοιπη προχειροδουλειά που αντικρίζεις παρακολουθώντας το.
Για να μπορέσουμε να αντέξουμε το άθλιο του γραψίματος, οι παραγωγοί του έργου είχαν τη φαεινή ιδέα να τοποθετήσουν εξαιρετικούς και διάσημους ηθοποιούς στους δύο αντίζηλους ρόλους ως μέγα θέλγητρο. Έλα, όμως, που και αυτό τους βγήκε σε κακό! Από την μία, αν και υπερβολικά υπερβολική στον ρόλο της κακιάς μάγισσας, η ερμηνεία της Moore διαθέτει το απαραίτητο fun στοιχείο που τη σώζει κάπως. Ευτυχώς, πάντα, για εκείνη, το έργο βγαίνει στην Αμερική λίγο πριν κλείσουν οι κάλπες για τα Όσκαρ οπότε και δεν θα επηρεάσει πολύ την πιθανή φετινή βράβευση της. Από την άλλη, δυστυχώς για τον Bridges, η παντελώς αφόρητη και κακιά ερμηνεία του θα παραμείνει για πάντα στη μνήμη μας. Με μια αίσθηση χιούμορ σαν να λέει χιλιοειπωμένα ανέκδοτα με τον Τοτό, με θεατρικό στόμφο και μια προφορά που θα έκανε ακόμα και τον πιο ανίδεο ηθοποιό να δακρύσει από τα γέλια, ο βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός είναι ένας μεγάλος παράγοντας που το «Έβδομος Γιος» αγγίζει πάτο. Νομίζω σιγά-σιγά θα πρέπει να κάνει χώρο στο σκρίνιο για το βατόμουρο. Πέρα από αυτούς τους δύο, όλοι οι υπόλοιποι τα κουτσοκαταφέρνουν στους μονοδιάστατους ρόλους τους.
Για να κλείσω, μια κι αυτή η ταινία δεν αξίζει μια κριτική 424 λέξεων, το «Έβδομος Γιος» δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια μεγαλειώδη αποτυχία.
Ακόμη και η εντυπωσιακή συγγραφική ομάδα (Matt Greenberg, Charles Leavitt, Steven Knight) δεν καταφέρνει να ξεφύγει από κανένα κλισέ του είδους δημιουργώντας μια παραφουσκωμένη με εφέ περιπέτεια φαντασίας. όπου πολλά γίνονται, αλλά χωρίς καμία ουσία. Γεμάτη κλισέ, μάχες και σκηνές χωρίς νόημα, το έργο του Sergey Bodrov δεν καταφέρνει να είναι τίποτα άλλο από ένα ακόμα «ήλθον, τσέπωσον και απήλθον» κατασκεύασμα της Universal που μάλλον μας περνάει για χαζούς. Δεν εξηγείται διαφορετικά! Μιλάμε για μια ταινία οπού ο πρωταγωνιστής έχει παράξενα οράματα πραγμάτων που θα γίνουν στο μέλλον, δοσμένα μέσα από θολά μοντάζ, τα οποία εισάγονται αμήχανα στην ταινία απλά για να ξεχαστούν ολωσδιόλου στο τέλος. Για ένα έργο που ο κόσμος καταστρέφεται, αλλά οι δυο νεαροί πρωταγωνιστές, με άτσαλα εμβόλιμες σκηνές, αγωνίζονται να δημιουργηθεί το απαραίτητο συναίσθημα που θα μας κάνει να ενδιαφερθούμε για αυτούς. Κι αυτά είναι το ελάχιστο σε σχέση με την υπόλοιπη προχειροδουλειά που αντικρίζεις παρακολουθώντας το.
Για να μπορέσουμε να αντέξουμε το άθλιο του γραψίματος, οι παραγωγοί του έργου είχαν τη φαεινή ιδέα να τοποθετήσουν εξαιρετικούς και διάσημους ηθοποιούς στους δύο αντίζηλους ρόλους ως μέγα θέλγητρο. Έλα, όμως, που και αυτό τους βγήκε σε κακό! Από την μία, αν και υπερβολικά υπερβολική στον ρόλο της κακιάς μάγισσας, η ερμηνεία της Moore διαθέτει το απαραίτητο fun στοιχείο που τη σώζει κάπως. Ευτυχώς, πάντα, για εκείνη, το έργο βγαίνει στην Αμερική λίγο πριν κλείσουν οι κάλπες για τα Όσκαρ οπότε και δεν θα επηρεάσει πολύ την πιθανή φετινή βράβευση της. Από την άλλη, δυστυχώς για τον Bridges, η παντελώς αφόρητη και κακιά ερμηνεία του θα παραμείνει για πάντα στη μνήμη μας. Με μια αίσθηση χιούμορ σαν να λέει χιλιοειπωμένα ανέκδοτα με τον Τοτό, με θεατρικό στόμφο και μια προφορά που θα έκανε ακόμα και τον πιο ανίδεο ηθοποιό να δακρύσει από τα γέλια, ο βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός είναι ένας μεγάλος παράγοντας που το «Έβδομος Γιος» αγγίζει πάτο. Νομίζω σιγά-σιγά θα πρέπει να κάνει χώρο στο σκρίνιο για το βατόμουρο. Πέρα από αυτούς τους δύο, όλοι οι υπόλοιποι τα κουτσοκαταφέρνουν στους μονοδιάστατους ρόλους τους.
Για να κλείσω, μια κι αυτή η ταινία δεν αξίζει μια κριτική 424 λέξεων, το «Έβδομος Γιος» δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια μεγαλειώδη αποτυχία.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου