Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Alone in Berlin [1.5/5]

Προσαρμοσμένο από το ομότιτλο μυθιστόρημα του Χανς Φάλαντα «Μόνος στο Βερολίνο», το έργο αφηγείται την ιστορία του Ότο και της Άννα Κουάγκελ, ενός ζευγαριού της εργατικής τάξης, το οποίο μετά τον θάνατο του γιου τους αποφασίζει να αντισταθεί απέναντι στον ναζισμό με τον δικό του τρόπο, σε μια εποχή όπου κάθε σημάδι απιστίας στους ναζί τιμωρείται χωρίς έλεος. Αν και μέσα σε ένα οικείο έδαφος του κινηματογραφικού κόσμου, η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του ηθοποιού/σκηνοθέτη Βενσάν Περέζ είναι κάπως μοναδική στο ότι ερευνά τη φρίκη του Β` Παγκοσμίου Πολέμου μέσα από μια γερμανική σκοπιά, σε αντίθεση με εκείνη των άγγλων και των αμερικανών στρατιωτών ή των εβραίων θυμάτων.

Με δεδομένη αυτή την παραδοχή, θα περίμενε κανείς ότι το φιλμ θα διέθετε αγωνία και μια αφόρητη ένταση καθώς οι γονείς πασχίζουν να παραμείνουν άγνωστοι, ενώ οι ναζί προσπαθούν ακούραστα να τους ανακαλύψουν. Δυστυχώς, όμως, καθώς η ταινία εξελίσσεται αντιλαμβάνεσαι ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί παρά τις μουσικές προσπάθειες του Αλεξάντρ Ντεσπλά. Η απόφαση να γυριστεί η ταινία στην αγγλική γλώσσα δεν αφαιρεί πόντους και στα ασφαλή χέρια των Τόμσον και Γκλίσον τα δεινά των χαρακτήρων γίνονται αισθητά, εξαιτίας όμως του Περέζ, η κτηνωδία του βιβλίου του Φάλαντα απογυμνώνεται, αφήνοντας πίσω τίποτε άλλο από μια απολύτως συμβατική αφήγηση γεγονότων, που δεν καταφέρνει σχεδόν ποτέ να πει μια συνεκτική κι εμπλεκόμενη για τον θεατή ιστορία.

Αυτό που παρακολουθούμε είναι μια ταινία που έχουμε δει τόσες πολλές φορές στο παρελθόν, τηρώντας αυστηρά κι απογοητευτικά τα κλισέ του είδους. Δεν είναι μόνο το σενάριο, αλλά όλη η αισθητική, το ύφος και η ατμόσφαιρα της ταινίας που κατευθύνονται μακριά από οποιοδήποτε ίχνος πρωτοτυπίας και από κάθε αίσθηση του κινδύνου. Τεχνικά, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η προσοχή στη λεπτομέρεια. Κοστούμια και σκηνικά απεικονίζουν αξιοπρεπέστατα την εποχή, μα ακόμα κι έτσι μια αίσθηση αναπόφευκτης απομίμησης κρέμεται πάνω από την παραγωγή, αφού όλα έχουν μια υπερβολικά γυαλισμένη ποιότητα. Ερμηνευτικά, οι δυο πρωταγωνιστές δίνουν αφιλόφοξες και συγκρατημένες ερμηνείες, βασιζόμενοι στις χειρονομίες και τα βλέμματα, προκειμένου να παρουσιάσουν την ένταση στον γάμο τους, και όχι στις λεκτικές νύξεις.

Από άποψη πλοκής, από το πρώτο κιόλας λεπτό ο Περέζ ξοδεύει μία ώρα ασχολούμενος με άπειρους χαρακτήρες σε τέτοιο βαθμό που χάνουμε το ενδιαφέρον σε αυτό που θα πρέπει να είναι η κύρια εστίαση: οι προσπάθειες του Ότο και της Άννα να καταπολεμήσουν τους ναζί. Όταν αρχίζει η ταινία να ασχολείται με αυτό, τo πηγαινέλα μεταξύ του ζευγαριού και των επιθεωρητών της γκεστάπο υπονομεύεται και αποτυγχάνει να διατηρήσει την ορμή του, χάρη στην αδέξια διαχείριση του χρόνου. Έως το τέλος της, είναι κατανοητό το μεγαλείο τού τι έκαναν αυτοί οι δυο άνθρωποι, αλλά ούτε μία στιγμή η ταινία δεν εμβαθύνει στο πώς το έκαναν, ούτε αναπτύσσει τις μεθόδους καταδίωξης της αντίθετης πλευράς.

Χάρη σε αυτήν την ανισορροπία, το «Μόνος στο Βερολίνο» δεν καταφέρνει να μας δείξει πώς τα φασιστικά καθεστώτα εξολοθρεύουν το άτομο και το εμπαίζουν, βάζοντας την κομματική πειθαρχία πάνω από οτιδήποτε άλλο. Ούτε σκιαγραφεί την άνευ όρων παράδοση των κατοίκων του Βερολίνου στο τελεσίγραφο συμμόρφωσης ή θανάτου. Αντ` αυτού, το φιλμ λιμνάζει σε έναν υποτονικό ρυθμό μετατρεπόμενο σε μια συντηρητική κινηματογραφική μεταφορά που αποτυγχάνει να υπερβεί ένα ήδη κορεσμένο είδος.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Three Billboards outside Ebbing, Missouri ★★★★

Μετά το εξαιρετικό «Αποστολή στην Μπριζ» και το άκρως ενδιαφέρον «Επτά ψυχοπαθείς», ο ιρλανδικής καταγωγής Μάρτιν Μακ Ντόνα έχει καθιερωθεί ως ένας από τους πιο λαμπρούς κινηματογραφιστές της εποχής μας. Η έντονη αίσθηση του αντίκτυπου των λέξεων, των χειρονομιών και των εικόνων που διαθέτει είναι σπάνια στο σημερινό τοπίο του κινηματογράφου και συμβαδίζει με την πρωτοφανή επιμέλεια του στην κατασκευή των λεπτομερέστατων, σύνθετων αφηγήσεών του. Με δεδομένη την έκφραση “το καλό πράγμα αργεί να γίνει”, ως ένας επιτυχημένος θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος και σκηνοθέτης, ο Μακ Ντόνα πήρε το χρόνο του για ετοιμάσει το νέο του κινηματογραφικό πόνημα. Και μετά από πέντε χρόνια σιωπής επιστρέφει με το «Three Billboards Outside Ebbing, Missouri» ένα άλλο μικρό θαύμα αφηγηματικής ισορροπίας όπου ο βαθύς πόνος και το λακωνικό χιούμορ, οι απροσδόκητες ανατροπές, η οργανική ροή δράσης και οι χαρακτήρες που αλλάζουν αλλά πάντα παραμένουν οι ίδιοι, δένουν αρμονικά. Η ιστορία απλή: Η κόρη της...

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που ...

Δεσμά Αίματος [0/5]

Η πρώτη ψηφιακή ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που δεν μπορεί να περιγραφτεί. Θα πρέπει κάποιος να την δει για να καταλάβει το πόσο κακή είναι. Και είναι μεγάλο κρίμα γιατί από τον σκηνοθέτη του Αυτή η Νύχτα Μένει περιμένεις πολλά περισσότερα. Αναλογιζόμενος τώρα και την προηγούμενη συμμετοχή του, το Απ’ τά Κόκαλα Βγαλμένα, μια ομολογουμένως αξιοπρεπέστατη ταινία, σε κάνει άπλα να αναρωτιέσαι γιατί γύρισε το «Δεσμά Αίματος». Πραγματικά, δεν μπορώ να καταλάβω τι είχε στο μυαλό του όταν τη γύριζε και τι προσπαθούσε να πει με αυτή του τη ταινία. Δυστυχώς, το έργο είναι ανούσιο και δεν πετυχαίνει ούτε μια στιγμή να τραβήξει το ενδιαφέρον του θεατή ή να επιτύχει τον όποιο στόχο της. Και αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Από άποψη παράγωγης, η ταινία είναι μια κλίμακα κάτω από την κατηγορία «ερασιτεχνική». Κάτι που δεν ταιριάζει όταν διαβάζεις τους συντελεστές, αλλά που πιστέψτε με ισχύει. Η σκηνοθεσία είναι κυριολεκτικά ανύπαρκτη με τα κλασσικά α...