Όταν πρόκειται για τη μεσαία ταινία σε ένα franchise, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι η αφήγηση εξυπηρετεί έναν μικρότερο σκοπό. Χωρίς σύμπαν να αναπτύξει, αλλά κι ούτε ιστορία να ολοκληρώσει, το δεύτερο μέρος ανησυχεί περισσότερο για τη διατήρηση του ρυθμού του προηγούμενου έργου, αφήνοντας πάντα αρκετά μέτωπα ανοιχτά για το επόμενο. Αυτή η ασαφή φύση είναι το μεγαλύτερο ελάττωμα του «Η Τριλογία της Απόκλισης: Ανταρσία».
Το στόρι της ταινίας συνεχίζει ακριβώς από εκεί που το αφήσαμε. Έχοντας ανακαλύψει ότι είναι μια αποκλίνουσα και, ως εκ τούτου, δεν εντάσσεται σε καμία συγκεκριμένη φατρία που χωρίζει την κοινωνία σε αυτό τον δυστοπικό κόσμο, η Tris είναι τώρα ένας φυγάς. Ο κυνηγός της είναι η Jeanine, η οποία φοβάται για το τι είναι η Tris ικανή να κάνει, και κυρίως ποιους θα εμπνεύσει. Κυνηγημένη από το παρελθόν της και τους αμέτρητους θανάτους που προκάλεσε με βάση τα γεγονότα στο «Η Τριλογία της Απόκλισης: Οι Διαφορετικοί», το «Ανταρσία» σκαλίζει το υποσυνείδητο της Tris, κάνοντας μας συχνά να μην μπορούμε να προσδιορίσουμε τι συμβαίνει στην πραγματικότητα, και τι είναι απλά ένας οδυνηρός εφιάλτης. Το τέχνασμα αυτό δημιουργεί μια ανησυχητική κινηματογραφική εμπειρία, την οποία ο σκηνοθέτης Robert Schwentke εκμεταλλεύεται για να παίξει με τις αντιλήψεις μας. Η ένταση που νιώθεις εντείνεται ακόμα περισσότερο κι από το γεγονός ότι βλέπουμε αυτό τον κόσμο μέσα από την προοπτική ενός φυγά, συνεχώς στο τρέξιμο.
Ωστόσο, η αγωνία που δημιουργείται υποτιμάται από την έλλειψη ανάπτυξης σχεδόν όλων των συστατικών που δημιουργούν μια καλή ταινία. Παρά τις προσπάθειές των συντελεστών να δημιουργήσουν μια ιστορία με σπουδαιότητα και υψηλά στοιχήματα, υπάρχει μια απίστευτη έλλειψη κατεύθυνσης. Όχι πίσω και μπροστά από την κάμερα, αλλά αφηγηματικά. Παρακολουθώντας το «Ανταρσία» αναρωτιέσαι -στο μεγαλύτερο μέρος της- γιατί; Γιατί επενδύουμε (ή δεν επενδύουμε, για να το θέσω με μεγαλύτερη ακρίβεια) τον χρόνο μας σε αυτούς τους χαρακτήρες; Πού οδηγεί όλο αυτό; Οι «Αγώνες Πείνας» είχαν κάτι μεγάλο στο οποίο ήθελαν να φτάσουν και καταλαβαίναμε τα κίνητρα των χαρακτήρων και τις συναισθηματικές αποσκευές τους. Η «Τριλογία της Απόκλισης» μοιάζει επίπεδη, άσκοπη και τελικά ασήμαντη.
Το πρώτο μέρος και πολύ περισσότερο το δεύτερο είναι ταινίες εξωτερικά γυαλισμένες με ένα ωραίο οπτικό στυλ και εκπληκτικές σκηνές δράσης, τέχνασμα που προσπαθεί να κρύψει το ανιαρό εσωτερικό. Το βασικό πρόβλημα παραμένει ο κόσμος στον οποίο οι ήρωες κατοικούν. Αυτή η εφηβική σύγχυση σχετικά με τη θέση του ατόμου στον κόσμο δεν πολυ-λειτουργεί σε αυτή την απίστευτα σχεδιασμένη κοινωνία. Δεν είναι ξεκάθαρή η αιτία και ο λόγος για όλες αυτές τις φιλελεύθερες δηλώσεις. Τίποτα δεν πήζει σε ένα συνεκτικό σύνολο, αφήνοντας το σενάριο των Brian Duffield, Akiva Goldsman και Mark Bomback να περιπλανάται από το ένα σημείο της δράσης στο επόμενο.
Αλλά δεν είναι όλα χαμένα. Περιέργως και εκεί που δεν το περιμένεις, το τέλος της «Ανταρσίας» σε εξιτάρει. Αναπτύσσει ταχύτητα και βάθος, και σου δίνει την ελπίδα ότι ίσως αυτή η σειρά δεν θα ολοκληρωθεί και κυρίως δεν θα μείνει στη μνήμη μας ως το αντίγραφο των «Αγώνων Πείνας», αλλά θα αρχίσει επιτέλους να διηγείται τη δική της ιστορία. Αυτό το αίσθημα αισιοδοξίας για μια ταινία που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν σου είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και σε δύο άλλους λόγους: Kate Winslet και Shailene Woodley. Δραματικά, οι καλύτερες σκηνές ολόκληρης της ταινίας είναι εκείνες στις οποίες οι δυο τους έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο. Από τη μια πλευρά, η Kate Winslet, ως η αχρεία και πεινασμένη για εξουσία Jeanine, είναι το καλύτερο πράγμα, αλλά και το μεγάλο ατού της ταινίας. Και από την άλλη, η Woodley λάμπει και πάλι στον πρωταγωνιστικό ρόλο καταφέρνοντας να παρέχει βάθος και υπόσταση στην Tris.
Με ακόμα ένα έτος να μένει μέχρι τα πράγματα να αρχίσουν να γίνονται πραγματικά ενδιαφέροντα στην «Τριλογία της Απόκλισης», αυτή η sci-fi συνέχεια αξίζει της προσοχής σου αποκλειστικά και μόνο για να έχεις μια εικόνα πού το πάει. Το έργο σαν έργο δεν είναι τόσο ενδιαφέρον, όσο ένα δεύτερο μέρος μιας τριλογίας θα πρέπει να είναι. Κρίμα, γιατί βγαίνοντας από την αίθουσα σε αφήνει με την αίσθηση ότι αυτή η σειρά θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι καλύτερη.
Το στόρι της ταινίας συνεχίζει ακριβώς από εκεί που το αφήσαμε. Έχοντας ανακαλύψει ότι είναι μια αποκλίνουσα και, ως εκ τούτου, δεν εντάσσεται σε καμία συγκεκριμένη φατρία που χωρίζει την κοινωνία σε αυτό τον δυστοπικό κόσμο, η Tris είναι τώρα ένας φυγάς. Ο κυνηγός της είναι η Jeanine, η οποία φοβάται για το τι είναι η Tris ικανή να κάνει, και κυρίως ποιους θα εμπνεύσει. Κυνηγημένη από το παρελθόν της και τους αμέτρητους θανάτους που προκάλεσε με βάση τα γεγονότα στο «Η Τριλογία της Απόκλισης: Οι Διαφορετικοί», το «Ανταρσία» σκαλίζει το υποσυνείδητο της Tris, κάνοντας μας συχνά να μην μπορούμε να προσδιορίσουμε τι συμβαίνει στην πραγματικότητα, και τι είναι απλά ένας οδυνηρός εφιάλτης. Το τέχνασμα αυτό δημιουργεί μια ανησυχητική κινηματογραφική εμπειρία, την οποία ο σκηνοθέτης Robert Schwentke εκμεταλλεύεται για να παίξει με τις αντιλήψεις μας. Η ένταση που νιώθεις εντείνεται ακόμα περισσότερο κι από το γεγονός ότι βλέπουμε αυτό τον κόσμο μέσα από την προοπτική ενός φυγά, συνεχώς στο τρέξιμο.
Ωστόσο, η αγωνία που δημιουργείται υποτιμάται από την έλλειψη ανάπτυξης σχεδόν όλων των συστατικών που δημιουργούν μια καλή ταινία. Παρά τις προσπάθειές των συντελεστών να δημιουργήσουν μια ιστορία με σπουδαιότητα και υψηλά στοιχήματα, υπάρχει μια απίστευτη έλλειψη κατεύθυνσης. Όχι πίσω και μπροστά από την κάμερα, αλλά αφηγηματικά. Παρακολουθώντας το «Ανταρσία» αναρωτιέσαι -στο μεγαλύτερο μέρος της- γιατί; Γιατί επενδύουμε (ή δεν επενδύουμε, για να το θέσω με μεγαλύτερη ακρίβεια) τον χρόνο μας σε αυτούς τους χαρακτήρες; Πού οδηγεί όλο αυτό; Οι «Αγώνες Πείνας» είχαν κάτι μεγάλο στο οποίο ήθελαν να φτάσουν και καταλαβαίναμε τα κίνητρα των χαρακτήρων και τις συναισθηματικές αποσκευές τους. Η «Τριλογία της Απόκλισης» μοιάζει επίπεδη, άσκοπη και τελικά ασήμαντη.
Το πρώτο μέρος και πολύ περισσότερο το δεύτερο είναι ταινίες εξωτερικά γυαλισμένες με ένα ωραίο οπτικό στυλ και εκπληκτικές σκηνές δράσης, τέχνασμα που προσπαθεί να κρύψει το ανιαρό εσωτερικό. Το βασικό πρόβλημα παραμένει ο κόσμος στον οποίο οι ήρωες κατοικούν. Αυτή η εφηβική σύγχυση σχετικά με τη θέση του ατόμου στον κόσμο δεν πολυ-λειτουργεί σε αυτή την απίστευτα σχεδιασμένη κοινωνία. Δεν είναι ξεκάθαρή η αιτία και ο λόγος για όλες αυτές τις φιλελεύθερες δηλώσεις. Τίποτα δεν πήζει σε ένα συνεκτικό σύνολο, αφήνοντας το σενάριο των Brian Duffield, Akiva Goldsman και Mark Bomback να περιπλανάται από το ένα σημείο της δράσης στο επόμενο.
Αλλά δεν είναι όλα χαμένα. Περιέργως και εκεί που δεν το περιμένεις, το τέλος της «Ανταρσίας» σε εξιτάρει. Αναπτύσσει ταχύτητα και βάθος, και σου δίνει την ελπίδα ότι ίσως αυτή η σειρά δεν θα ολοκληρωθεί και κυρίως δεν θα μείνει στη μνήμη μας ως το αντίγραφο των «Αγώνων Πείνας», αλλά θα αρχίσει επιτέλους να διηγείται τη δική της ιστορία. Αυτό το αίσθημα αισιοδοξίας για μια ταινία που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν σου είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και σε δύο άλλους λόγους: Kate Winslet και Shailene Woodley. Δραματικά, οι καλύτερες σκηνές ολόκληρης της ταινίας είναι εκείνες στις οποίες οι δυο τους έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο. Από τη μια πλευρά, η Kate Winslet, ως η αχρεία και πεινασμένη για εξουσία Jeanine, είναι το καλύτερο πράγμα, αλλά και το μεγάλο ατού της ταινίας. Και από την άλλη, η Woodley λάμπει και πάλι στον πρωταγωνιστικό ρόλο καταφέρνοντας να παρέχει βάθος και υπόσταση στην Tris.
Με ακόμα ένα έτος να μένει μέχρι τα πράγματα να αρχίσουν να γίνονται πραγματικά ενδιαφέροντα στην «Τριλογία της Απόκλισης», αυτή η sci-fi συνέχεια αξίζει της προσοχής σου αποκλειστικά και μόνο για να έχεις μια εικόνα πού το πάει. Το έργο σαν έργο δεν είναι τόσο ενδιαφέρον, όσο ένα δεύτερο μέρος μιας τριλογίας θα πρέπει να είναι. Κρίμα, γιατί βγαίνοντας από την αίθουσα σε αφήνει με την αίσθηση ότι αυτή η σειρά θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι καλύτερη.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου