Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

St. Vincent [2/5]

Με μια καριέρα της οποίας η αναγέννηση βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια, ο Bill Murray απολαμβάνει στις μέρες μας τέτοιου είδους αποδοχή από το κοινό και τέτοια επιτυχία που κάποιοι δεν την εισπράττουν σε ολόκληρη την καριέρα τους. Σημαντικό παράγοντα σε αυτήν την αναζωογόνηση -πέρα από το ότι είναι πάρα πολύ cool τύπος- έπαιξε φυσικά το γεγονός ότι ο ίδιος ως ηθοποιός ξέρει να διαλέγει τα σωστά, υψηλού επιπέδου, ανεξάρτητα σενάρια («Χαμένοι στη Μετάφραση», «Τσακισμένα Λουλούδια»), έχει από κοντά τον Wes Anderson και φυσικά δεν φοβάται να παίξει και σε μια-δυο καλτ κωμωδίες («Zombieland»).

Η παρουσία του στον πρωταγωνιστικό ρόλο του «St. Vincent: Ο Αγαπημένος μου Άγιος» είναι ταυτόχρονα το προσόν της ταινίας, αλλά και το μεγαλύτερο μειονέκτημά της. Είναι σαφέστατα τεκμηριωμένη η απόλαυση του να βλέπεις τον Bill Murray να παίζει τον «κόπανο». Δυστυχώς, όμως, ο ρόλος του οξύθυμου γείτονα της διπλανής πόρτας που υποδύεται εδώ μοιάζει κλισέ προκατασκευασμένος. Πατώντας υπερβολικά πολύ στην περσόνα που ο ίδιος ο Murray έχει πλάσει έξω από το κινηματογραφικό πανί, ο χαρακτήρας του στην ταινία είναι έτσι γραμμένος λες και το έργο θέλει απεγνωσμένα να μας διαβεβαιώσει ότι όλα όσα λέγονται για αυτόν και τη συμπεριφορά του είναι αλήθεια.

Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη μετρίαση, από ένα σημείο και μετά, του ενδιαφέροντος του κοινού για τον πρωταγωνιστή, αλλά και τη λανθασμένη, από μεριάς σεναρίου, δημιουργία καταστάσεων και στιγμών που δυσχεραίνουν την ήδη ισχνή πλοκή του έργου και δεν της επιτρέπουν να πάρει ρίσκα. Μια ταινία λοιπόν που φαίνεται να έχει δημιουργηθεί αποκλειστικά με σκοπό να αφήσει τον κ. Murray «να κάνει τα δικά του», δεν μπορεί να μην πνίγεται στην αναποφασιστικότητα και τους συναισθηματισμούς. Ακόμα και έτσι, όμως, το ουσιαστικό σκηνοθετικό ντεμπούτο του Theodore Melfi είναι αστείο, συγκινητικό και ποτέ δεν σε προσβάλει.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Three Billboards outside Ebbing, Missouri ★★★★

Μετά το εξαιρετικό «Αποστολή στην Μπριζ» και το άκρως ενδιαφέρον «Επτά ψυχοπαθείς», ο ιρλανδικής καταγωγής Μάρτιν Μακ Ντόνα έχει καθιερωθεί ως ένας από τους πιο λαμπρούς κινηματογραφιστές της εποχής μας. Η έντονη αίσθηση του αντίκτυπου των λέξεων, των χειρονομιών και των εικόνων που διαθέτει είναι σπάνια στο σημερινό τοπίο του κινηματογράφου και συμβαδίζει με την πρωτοφανή επιμέλεια του στην κατασκευή των λεπτομερέστατων, σύνθετων αφηγήσεών του. Με δεδομένη την έκφραση “το καλό πράγμα αργεί να γίνει”, ως ένας επιτυχημένος θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος και σκηνοθέτης, ο Μακ Ντόνα πήρε το χρόνο του για ετοιμάσει το νέο του κινηματογραφικό πόνημα. Και μετά από πέντε χρόνια σιωπής επιστρέφει με το «Three Billboards Outside Ebbing, Missouri» ένα άλλο μικρό θαύμα αφηγηματικής ισορροπίας όπου ο βαθύς πόνος και το λακωνικό χιούμορ, οι απροσδόκητες ανατροπές, η οργανική ροή δράσης και οι χαρακτήρες που αλλάζουν αλλά πάντα παραμένουν οι ίδιοι, δένουν αρμονικά. Η ιστορία απλή: Η κόρη της...

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που ...

Δεσμά Αίματος [0/5]

Η πρώτη ψηφιακή ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που δεν μπορεί να περιγραφτεί. Θα πρέπει κάποιος να την δει για να καταλάβει το πόσο κακή είναι. Και είναι μεγάλο κρίμα γιατί από τον σκηνοθέτη του Αυτή η Νύχτα Μένει περιμένεις πολλά περισσότερα. Αναλογιζόμενος τώρα και την προηγούμενη συμμετοχή του, το Απ’ τά Κόκαλα Βγαλμένα, μια ομολογουμένως αξιοπρεπέστατη ταινία, σε κάνει άπλα να αναρωτιέσαι γιατί γύρισε το «Δεσμά Αίματος». Πραγματικά, δεν μπορώ να καταλάβω τι είχε στο μυαλό του όταν τη γύριζε και τι προσπαθούσε να πει με αυτή του τη ταινία. Δυστυχώς, το έργο είναι ανούσιο και δεν πετυχαίνει ούτε μια στιγμή να τραβήξει το ενδιαφέρον του θεατή ή να επιτύχει τον όποιο στόχο της. Και αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Από άποψη παράγωγης, η ταινία είναι μια κλίμακα κάτω από την κατηγορία «ερασιτεχνική». Κάτι που δεν ταιριάζει όταν διαβάζεις τους συντελεστές, αλλά που πιστέψτε με ισχύει. Η σκηνοθεσία είναι κυριολεκτικά ανύπαρκτη με τα κλασσικά α...